From its southernmost shores of Crete to its northernmost mountains in Macedonia, it would appear that Greece has surrendered unconditionally to violent chaos and disorder, since last week’s shooting of a 15-year old boy that resulted in his death. The adolescent was shot allegedly in cold blood by a member of the riot police, apparently after a verbal dispute that lasted briefly. During the last four days, thousands of people, primarily in their twenties and wearing hoods to cover their faces, have destroyed and vandalised banks, car showrooms, shops and government buildings in the midst of fire and tear gas, thrown by police forces, numbed and disabled by the public outrage against them.
The shooting took place in Exarcheia, a bohemian quarter of Athens that is frequented by anarchists and left-wing extremists and is the place of origin for most civil unrest and violence in the city. This tradition stems back to the area hosting the headquarters of resistance against the 1967-1974 military dictatorship. Residents in the area claim that the situation has escalated beyond anything they have ever witnessed before and the constant live media coverage, gives no one reason to believe otherwise. As a matter of fact, the media have literally extracted every ounce of drama they possibly could from this story, and it was not long before the unfortunate 15-year old was christened a “hero”, a development contrary to any common sense or understanding, and the state of Greece transformed to a fitting sacrificial battle field.
The question that inevitably arises is what kind of a state so desperately seeks reason to rebel and seek enraged vengeance? The answer is simple: The same state that has not seen anything remotely resembling progress, evolution or change for the past 30 years. Greece, with its rich historical past, filled with innovation, revolution and enlightenment has been held hostage by a handful of bureaucrats, businessmen and foreign interests and has been ruled by the same 2-3 families for the past 10 elections or so.
One does not need to look further than the last 100 years of history to discover that the Greek nation has always been accustomed to hosting and engaging in historical events of great significance, both exuberating and painful.
In 1912, Venizelos, led Greece to the Balkan wars, which marked the greatest ever geographical expansion for the country. In 1922, the destruction of Smyrna in the context of the conflict with the Turks saw almost half a million Greeks dead and a 3,000 year presence of Greeks in Asia Minor came to an end. In 1941, Greece entered WWII, at first defeating and humiliating the forces of invading Italy but finally yielding to the overwhelming German military supremacy. Nevertheless, some claim that Greece delayed Hitler’s plans to invade Russia, thus playing a decisive role in the outcome of the war in Europe. In 1944 the war ended and Greece was liberated for less than two months, before civil war broke out between left wing partisans and the right wing army, courtesy of the cold war between East and West. The West was victorious and the scars are felt unto today. After more than two decades of dependence on U.S. support, in 1967, a military junta gained control. In 1974, the island of Cyprus was invaded by Turkey and the junta fell. Whether it was the fall of the island or the rebellious music and students’ uprising and alleged deaths that overthrew the junta, remains a subject of dispute.
In 1981, US raised socialist leader Andreas Papandreou won the elections, promising “change” and ruled Greece for almost 15 years, with a short break from term inbetween. A series of scandals rendered his reputation controversial, however this was arguably the last time that Greeks were visibly united by one spirit and believed in a big cause. And this is exactly where the problem lies for the youngsters who came to life in the 80s and 90s. They have absolutely no memory of any major event that has inspired greatness, stimulated social change or united the nation, with the exception of…the Eurobasket gold medal in 1987 and European Football Championship in 2004. Even the dispute with neighbouring FYROM marks an embarrassment.
Therefore, with no one and nothing to fight against or for, political leaders immersed in financial scandals, utter lack of leadership and progress, shame attached to any feeling of national pride (or even the expression of it) a dangerous global financial climate both psychologically and practically, unemployment rising and a deteriorating, introverted educational system, it is no surprise that any opportunity to rebel, clash and struggle will be seized…. even against a shop’s window or a citizen’s car.
Vassilis Antonas
Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008
Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2008
Ο «Πύργος» των Καθηγητάδων
Εδώ και πολλά χρόνια, παρακολουθώ σαστισμένος τον ανελέητο πόλεμο του «λόμπυ» (και όχι όλων) των Ελλήνων καθηγητάδων εναντίον των ιδιωτικών και ξένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στη χώρα μας. Ταμπουρωμένοι πίσω από έναν τραμπουκισμό χωρίς υπόσταση και λογική, καταφέρνουν επί σειρά ετών να κρατούν διαδοχικές κυβερνήσεις όμηρους του πολιτικού κόστους που θα επέφερε η άρση του τόσο βλαβερού για την Ελληνική κοινωνία μονοπωλίου.
Έχοντας στο πλευρό τους όργανα επιβολής μοναρχικού καθεστώτος όπως οι κουκουλοφόροι τρομοκράτες οι οποίοι συνήθως δεν προέρχονται καν από πανεπιστημιακούς κύκλους και άλλους περισσότερο επίσημους και βγαλμένους από τον «Πύργο» του Κάφκα όπως το ΔΙΚΑΤΣΑ (ή όπως αλλιώς λέγεται αυτές τις μέρες το συγκεκριμένο αυτό ρατσιστικό και φασιστικό κράτος εν κράτει), γαυγίζουν μανιασμένα για να απομακρύνουν οποιαδήποτε απόπειρα μόρφωσης και ανάπτυξης μίας γενιάς της οποίας η αξιοθρήνητη όψη είναι κατά μεγάλο ποσοστό ευθύνη τους.
Ούτε μια φορά όμως δεν έχουν τολμήσει να παραδεχτούν πως ο μοναδικός λόγος που μάχονται ενάντια σε οποιαδήποτε προοδευτική προσπάθεια, είναι επειδή οι αναπόφευκτες συγκρίσεις θα ρίξουν ακόμα περισσότερο φως στη σαπίλα που χαρακτηρίζει το εκπαιδευτικό (και όχι μόνο) σύστημα τις χώρας μας. Το φως δυστυχώς ή ευτυχώς είναι πάντα το καλύτερο απολυμαντικό. Και αυτό φυσικά, οι κύριοι καθηγητές, εν μέσω του βολέματος και της δυσωδίας που παράγεται από τους βόθρους του κατεστημένου τους, δεν μπορούν να το επιτρέψουν. Γιατί άλλωστε να βρεθείς αντιμέτωπος με μία σύγκριση η οποία ουσιαστικά θα αποκαλύψει την παρασιτική σου φύση; Πιο καλό είναι να κρύβεσαι ανάμεσα σε απεργίες, απειλές, εκβιασμούς, καταλήψεις, εξάρσεις ρητορισμού και το δήθεν συμφέρον των μαθητών, τραγουδώντας με την χαρακτηριστική αυτοδικαίωση του μαχόμενου συνδικαλιστή «η τρομοκρατία δεν θα περάσει».
Βασίλης Αντωνάς
Έχοντας στο πλευρό τους όργανα επιβολής μοναρχικού καθεστώτος όπως οι κουκουλοφόροι τρομοκράτες οι οποίοι συνήθως δεν προέρχονται καν από πανεπιστημιακούς κύκλους και άλλους περισσότερο επίσημους και βγαλμένους από τον «Πύργο» του Κάφκα όπως το ΔΙΚΑΤΣΑ (ή όπως αλλιώς λέγεται αυτές τις μέρες το συγκεκριμένο αυτό ρατσιστικό και φασιστικό κράτος εν κράτει), γαυγίζουν μανιασμένα για να απομακρύνουν οποιαδήποτε απόπειρα μόρφωσης και ανάπτυξης μίας γενιάς της οποίας η αξιοθρήνητη όψη είναι κατά μεγάλο ποσοστό ευθύνη τους.
Ούτε μια φορά όμως δεν έχουν τολμήσει να παραδεχτούν πως ο μοναδικός λόγος που μάχονται ενάντια σε οποιαδήποτε προοδευτική προσπάθεια, είναι επειδή οι αναπόφευκτες συγκρίσεις θα ρίξουν ακόμα περισσότερο φως στη σαπίλα που χαρακτηρίζει το εκπαιδευτικό (και όχι μόνο) σύστημα τις χώρας μας. Το φως δυστυχώς ή ευτυχώς είναι πάντα το καλύτερο απολυμαντικό. Και αυτό φυσικά, οι κύριοι καθηγητές, εν μέσω του βολέματος και της δυσωδίας που παράγεται από τους βόθρους του κατεστημένου τους, δεν μπορούν να το επιτρέψουν. Γιατί άλλωστε να βρεθείς αντιμέτωπος με μία σύγκριση η οποία ουσιαστικά θα αποκαλύψει την παρασιτική σου φύση; Πιο καλό είναι να κρύβεσαι ανάμεσα σε απεργίες, απειλές, εκβιασμούς, καταλήψεις, εξάρσεις ρητορισμού και το δήθεν συμφέρον των μαθητών, τραγουδώντας με την χαρακτηριστική αυτοδικαίωση του μαχόμενου συνδικαλιστή «η τρομοκρατία δεν θα περάσει».
Βασίλης Αντωνάς
Εφημερίδα Κηφισιά 2008
Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2008
Τα Πικρά μας Σύκα
Μου αρέσει πολύ κάποια γλυκά μεσημέρια του Σεπτέμβρη να περπατώ στους δρόμους της Κηφισιάς. Το διάλλειμα από τις συναντήσεις μου δίνει την ευκαιρία να αφήσω το γραφείο και να περιηγηθώ σε γειτονιές που δεκαετίες πριν περπατούσα πιο συχνά. Πότε η βόλτα μου με φέρνει προς το παλιό μου σχολείο στο Κεφαλάρι, πότε προς το κέντρο της Κηφισιάς και πότε προς τα Αλώνια.
Η σημερινή αναζήτηση είχε ως αποτέλεσμα να ανταμώσω έναν μικροπωλητή σύκων, ακριβώς έξω από το κοιμητήριο. Αφού περίμενα να κοπάσει η αδιάκοπη κίνηση κατάφερα να διασχίσω το δρόμο. Τα σύκα είναι από τα αγαπημένα μου φρούτα, και ήδη ρομαντικές σκέψεις όπως το ότι αυτά θα ήταν βιολογικής καλλιέργειας, δεν θα περιείχαν συντηρητικά και θα ήταν αποτέλεσμα του κόπου του ηλικιωμένου κυρίου αντί κάποιοu μεγαλοεπιχειρηματία έκαναν την αναμονή ακόμη πιο γλυκιά.
Ζύγωσα στο πλάι του παλιού αγροτικού Datsun και του ζήτησα να μου βάλει 5-6 σύκα. Στην πραγματικότητα 2-3 ήθελα, για να τα φάω στο γραφείο πριν την επόμενη συνάντηση, αλλά ντράπηκα να πάρω τόσα λίγα. Ο γέροντας ξεκίνησε να γεμίζει τη χάρτινη, καφέ σακούλα και εγώ τον ρώτησα αν είναι πιο καλά τα πράσινα η τα μαβιά σύκα. «Είναι άλλη ράτσα» μου αποκρίθηκε, «Όλα γλυκά είναι». Χάρηκα με την απάντηση, τέτοια στιχομυθία δεν την απαντάς στο Σούπερ-Μάρκετ.
Ο μπάρμπας συνέχιζε να γεμίζει και η σακούλα πρέπει να είχε τώρα 10 σύκα. «Τι 5 τι 10» σκέφτηκα. Μα το γέμισμα δε σταμάτησε, και έτσι σιγαλόφωνα του είπα «φτάνει». Χωρίς να με κοιτάξει, απλά επανέλαβε «Φτάνει»; Σαν εγώ να μην είχα μιλήσει και από δική του πρωτοβουλία με ρωτούσα αν θα έπρεπε να σταματήσει. «Ναι, φτάνουν» του απάντησα. Χωρίς να σταματήσει να γεμίζει με κοίταξε και μου είπε «Εντάξει»…ενώ έριχνε σβέλτα άλλα 4 σύκα μέσα στη σακούλα.
Απορημένος κοίταζα μία αυτόν και μία τη σακούλα που τώρα είχε σίγουρα πάνω από 20 σύκα. Δεν πήρα πολύ ώρα, ίσως ούτε δευτερόλεπτο και η απορία μου μετατράπηκε σε θυμό και ο θυμός σε αηδία. Στράφηκα από την άλλη και με γρήγορα βήματα απομακρύνθηκα μουρμουρίζοντας «Μάλλον δεν με ακούσατε». «Ναι, δεν σε άκουσα…» νομίζω πως μου είπε. Η προσποιητή αφέλεια και το ψέμα σαν να μισό-κρύβονταν πίσω από μία ασυναίσθητη στάλα ντροπής.
Για εμένα σήμερα κατέρρευσε άλλο ένα μικρό τουβλάκι της Ελλάδας που θέλουμε. Ακόμα χειρότερα όμως οι αμφιβολίες μου για την Ελλάδα που αξίζουμε απόκτησαν και άλλη ορμή. Από ότι ακούω και καταλαβαίνω, η χώρα αυτή τη στιγμή περνάει μεγάλη οικονομική κρίση. Κάποια πράγματα που συνέβαλαν σε αυτήν τα γνωρίζω. Μερικά προσπαθούν μάταια φίλοι οικονομολόγοι να μου τα εξηγήσουν. Πέρα όμως από τη διεθνή ενεργειακή κρίση, την κατάρρευση της στεγαστικής αγοράς των ΗΠΑ και ακόμα και τον κακό χειρισμό και την αναξιοκρατία όλων ανεξαιρέτως των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια, υπάρχει κάτι για το οποίο φταίμε μόνο εμείς. Και αυτό είναι το ότι έχουμε χάσει τη «μπέσα» μας. Με αυτούς τους ρυθμούς, θα χάσουμε και το «φιλότιμο», θα χάσουμε και τη «μαγκιά» μας και ότι άλλο μας έχει απομείνει για να μας θυμίζει το ποιοι ήμασταν και το ποιοι θα έπρεπε να είμαστε. Και κοροϊδεύοντας ο ένας τον άλλον θα γεμίζουμε σακούλες με σύκα κατηγορώντας όλους τους άλλους για την κατάντια μας· όλους εκτός από τον εαυτό μας.
Η σημερινή αναζήτηση είχε ως αποτέλεσμα να ανταμώσω έναν μικροπωλητή σύκων, ακριβώς έξω από το κοιμητήριο. Αφού περίμενα να κοπάσει η αδιάκοπη κίνηση κατάφερα να διασχίσω το δρόμο. Τα σύκα είναι από τα αγαπημένα μου φρούτα, και ήδη ρομαντικές σκέψεις όπως το ότι αυτά θα ήταν βιολογικής καλλιέργειας, δεν θα περιείχαν συντηρητικά και θα ήταν αποτέλεσμα του κόπου του ηλικιωμένου κυρίου αντί κάποιοu μεγαλοεπιχειρηματία έκαναν την αναμονή ακόμη πιο γλυκιά.
Ζύγωσα στο πλάι του παλιού αγροτικού Datsun και του ζήτησα να μου βάλει 5-6 σύκα. Στην πραγματικότητα 2-3 ήθελα, για να τα φάω στο γραφείο πριν την επόμενη συνάντηση, αλλά ντράπηκα να πάρω τόσα λίγα. Ο γέροντας ξεκίνησε να γεμίζει τη χάρτινη, καφέ σακούλα και εγώ τον ρώτησα αν είναι πιο καλά τα πράσινα η τα μαβιά σύκα. «Είναι άλλη ράτσα» μου αποκρίθηκε, «Όλα γλυκά είναι». Χάρηκα με την απάντηση, τέτοια στιχομυθία δεν την απαντάς στο Σούπερ-Μάρκετ.
Ο μπάρμπας συνέχιζε να γεμίζει και η σακούλα πρέπει να είχε τώρα 10 σύκα. «Τι 5 τι 10» σκέφτηκα. Μα το γέμισμα δε σταμάτησε, και έτσι σιγαλόφωνα του είπα «φτάνει». Χωρίς να με κοιτάξει, απλά επανέλαβε «Φτάνει»; Σαν εγώ να μην είχα μιλήσει και από δική του πρωτοβουλία με ρωτούσα αν θα έπρεπε να σταματήσει. «Ναι, φτάνουν» του απάντησα. Χωρίς να σταματήσει να γεμίζει με κοίταξε και μου είπε «Εντάξει»…ενώ έριχνε σβέλτα άλλα 4 σύκα μέσα στη σακούλα.
Απορημένος κοίταζα μία αυτόν και μία τη σακούλα που τώρα είχε σίγουρα πάνω από 20 σύκα. Δεν πήρα πολύ ώρα, ίσως ούτε δευτερόλεπτο και η απορία μου μετατράπηκε σε θυμό και ο θυμός σε αηδία. Στράφηκα από την άλλη και με γρήγορα βήματα απομακρύνθηκα μουρμουρίζοντας «Μάλλον δεν με ακούσατε». «Ναι, δεν σε άκουσα…» νομίζω πως μου είπε. Η προσποιητή αφέλεια και το ψέμα σαν να μισό-κρύβονταν πίσω από μία ασυναίσθητη στάλα ντροπής.
Για εμένα σήμερα κατέρρευσε άλλο ένα μικρό τουβλάκι της Ελλάδας που θέλουμε. Ακόμα χειρότερα όμως οι αμφιβολίες μου για την Ελλάδα που αξίζουμε απόκτησαν και άλλη ορμή. Από ότι ακούω και καταλαβαίνω, η χώρα αυτή τη στιγμή περνάει μεγάλη οικονομική κρίση. Κάποια πράγματα που συνέβαλαν σε αυτήν τα γνωρίζω. Μερικά προσπαθούν μάταια φίλοι οικονομολόγοι να μου τα εξηγήσουν. Πέρα όμως από τη διεθνή ενεργειακή κρίση, την κατάρρευση της στεγαστικής αγοράς των ΗΠΑ και ακόμα και τον κακό χειρισμό και την αναξιοκρατία όλων ανεξαιρέτως των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια, υπάρχει κάτι για το οποίο φταίμε μόνο εμείς. Και αυτό είναι το ότι έχουμε χάσει τη «μπέσα» μας. Με αυτούς τους ρυθμούς, θα χάσουμε και το «φιλότιμο», θα χάσουμε και τη «μαγκιά» μας και ότι άλλο μας έχει απομείνει για να μας θυμίζει το ποιοι ήμασταν και το ποιοι θα έπρεπε να είμαστε. Και κοροϊδεύοντας ο ένας τον άλλον θα γεμίζουμε σακούλες με σύκα κατηγορώντας όλους τους άλλους για την κατάντια μας· όλους εκτός από τον εαυτό μας.
Βασίλης Αντωνάς
(Εφημερίδα Κηφισιά 2008)
Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2008
Παθητική Επιθετικότητα: Η «Αόρατη Απειλή»
Σίγουρα οι περισσότεροι από εμάς θα έχουμε πιάσει τον εαυτό μας να νιώθει ενοχλημένος από κάποιο γεγονός ή κάποια συζήτηση, χωρίς όμως να είμαστε απόλυτα σίγουροι για το τι είναι αυτό που είπε ή έκανε ο συνομιλητής μας και μας πείραξε. Ακόμα χειρότερα, αυτό μπορεί να μας συμβαίνει κατά συρροή με τα ίδια άτομα, συνάδελφους, γνωστούς, συμφοιτητές, συγγενείς ή ακόμα και με τον/την σύντροφό μας. Εάν αυτό μας συμβαίνει με τον περισσότερο κόσμο, τότε καλό είναι να εξετάσουμε προσεκτικά τους λόγους που μας κάνουν να παρανοούμε ή να παίρνουμε τα πράγματα προσωπικά. Αν όμως είναι κάτι το οποίο μας συμβαίνει με συγκεκριμένα άτομα, τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να είμαστε αποδέκτες μίας από τις πιο ύπουλες και υποχθόνιες μορφές επιθετικότητας: Της παθητικής.
Η παθητική επιθετικότητα, δεν έχει μία εύκολη και απλή ερμηνεία. Ουσιαστικά είναι η έμμεση αντίσταση ενός ανθρώπου να συνεργαστεί. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της, είναι πως ο αποδέκτης αυτής της συμπεριφοράς δεν δύναται να εντοπίσει και να εκφράσει τι ακριβώς είναι αυτό που ο άλλος άνθρωπος εσκεμμένα κάνει το οποίο τον εξοργίζει. Ένα παράδειγμα θα ήταν η επανειλημμένη αδυναμία κάποιου να διεκπεραιώσει ή να εκτελέσει κάποια υποχρέωσή του. Με πρόφαση την ανικανότητα, τη μνήμη ή τις περιστάσεις, ο συγκεκριμένος άνθρωπος αποποιείται των ευθυνών του (τις οποίες και προφανώς συνειδητά ή υποσυνείδητα δεν θέλει να αναλάβει) και ουσιαστικά αφοπλίζει τον άλλον από την επιλογή να επισημάνει την πεισματική και επαναλαμβανόμενη επίθεση. Οποιαδήποτε απεγνωσμένη προσπάθεια να επισημανθεί ή να αλλάξει αυτή η δομή συμπεριφοράς αντιμετωπίζεται με χιούμορ (π.χ. «Μην τα παίρνεις όλα τόσο σοβαρά»), δικαιολογίες (π.χ. «Μα απλά δεν πρόλαβα»), προσπάθεια δημιουργίας ενοχών («Δεν είσαι ικανοποιημένος ποτέ») ή ακόμα και δραστική επίθεση (π.χ. «Νομίζεις ότι είσαι τέλειος»). Συχνά στο τέλος, και αν δεν είμαστε προσεκτικοί, βρισκόμαστε να απολογούμαστε εμείς επειδή επισημάναμε τη συμπεριφορά του παθητικά επιθετικού ανθρώπου.
Η συμπεριφορά αυτή, την οποία πολλοί επιστήμονες χαρακτηρίζουν και ως διαταραχή προσωπικότητας, δεν είναι εύκολο να αντιμετωπιστεί. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι η οριοθέτηση του άλλου, η αποσαφήνιση του τι είναι αποδεκτό και τι όχι και η ενθάρρυνση να αναλάβει τις ευθύνες του. Εάν σε αυτό αποτύχουμε, καλό θα είναι να σκεφτούμε κατά πόσο η σχέση και η επαφή μας με τον συγκεκριμένο άνθρωπο είναι βιώσιμη. Εάν πάλι η επαφή μας είναι αναγκαστική (π.χ. σε περίπτωση συναδέλφων ή συγγενών) τότε θα πρέπει να διαχειριστούμε τις προσδοκίες που έχουμε από αυτούς. Οι πιθανότητες να αλλάξουν, ειδικά χωρίς να βοηθηθούν ψυχοθεραπευτικά από κάποιον ειδικό με αντικειμενικά κριτήρια, είναι μικρές. Οι συμπεριφορές αυτές όχι μόνο είναι συχνά υποσυνείδητες, αλλά είναι και αποτέλεσμα κάποιων περιστάσεων κατά τη διάρκεια των οποίων ο παθητικά επιθετικός άνθρωπος επιβίωσε χάριν της συμπεριφοράς του. Και αυτό δύσκολα το αποχωρίζεται κανείς…
Βασίλης Αντωνάς
Η παθητική επιθετικότητα, δεν έχει μία εύκολη και απλή ερμηνεία. Ουσιαστικά είναι η έμμεση αντίσταση ενός ανθρώπου να συνεργαστεί. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της, είναι πως ο αποδέκτης αυτής της συμπεριφοράς δεν δύναται να εντοπίσει και να εκφράσει τι ακριβώς είναι αυτό που ο άλλος άνθρωπος εσκεμμένα κάνει το οποίο τον εξοργίζει. Ένα παράδειγμα θα ήταν η επανειλημμένη αδυναμία κάποιου να διεκπεραιώσει ή να εκτελέσει κάποια υποχρέωσή του. Με πρόφαση την ανικανότητα, τη μνήμη ή τις περιστάσεις, ο συγκεκριμένος άνθρωπος αποποιείται των ευθυνών του (τις οποίες και προφανώς συνειδητά ή υποσυνείδητα δεν θέλει να αναλάβει) και ουσιαστικά αφοπλίζει τον άλλον από την επιλογή να επισημάνει την πεισματική και επαναλαμβανόμενη επίθεση. Οποιαδήποτε απεγνωσμένη προσπάθεια να επισημανθεί ή να αλλάξει αυτή η δομή συμπεριφοράς αντιμετωπίζεται με χιούμορ (π.χ. «Μην τα παίρνεις όλα τόσο σοβαρά»), δικαιολογίες (π.χ. «Μα απλά δεν πρόλαβα»), προσπάθεια δημιουργίας ενοχών («Δεν είσαι ικανοποιημένος ποτέ») ή ακόμα και δραστική επίθεση (π.χ. «Νομίζεις ότι είσαι τέλειος»). Συχνά στο τέλος, και αν δεν είμαστε προσεκτικοί, βρισκόμαστε να απολογούμαστε εμείς επειδή επισημάναμε τη συμπεριφορά του παθητικά επιθετικού ανθρώπου.
Η συμπεριφορά αυτή, την οποία πολλοί επιστήμονες χαρακτηρίζουν και ως διαταραχή προσωπικότητας, δεν είναι εύκολο να αντιμετωπιστεί. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι η οριοθέτηση του άλλου, η αποσαφήνιση του τι είναι αποδεκτό και τι όχι και η ενθάρρυνση να αναλάβει τις ευθύνες του. Εάν σε αυτό αποτύχουμε, καλό θα είναι να σκεφτούμε κατά πόσο η σχέση και η επαφή μας με τον συγκεκριμένο άνθρωπο είναι βιώσιμη. Εάν πάλι η επαφή μας είναι αναγκαστική (π.χ. σε περίπτωση συναδέλφων ή συγγενών) τότε θα πρέπει να διαχειριστούμε τις προσδοκίες που έχουμε από αυτούς. Οι πιθανότητες να αλλάξουν, ειδικά χωρίς να βοηθηθούν ψυχοθεραπευτικά από κάποιον ειδικό με αντικειμενικά κριτήρια, είναι μικρές. Οι συμπεριφορές αυτές όχι μόνο είναι συχνά υποσυνείδητες, αλλά είναι και αποτέλεσμα κάποιων περιστάσεων κατά τη διάρκεια των οποίων ο παθητικά επιθετικός άνθρωπος επιβίωσε χάριν της συμπεριφοράς του. Και αυτό δύσκολα το αποχωρίζεται κανείς…
Βασίλης Αντωνάς
Εφημερίδα Κηφισιά 2008
Πέμπτη 26 Ιουνίου 2008
Ένας Αζώρ Φέρνει την Άνοιξη
Έχοντας έμμεσα κατακρίνει τη γενιά του «Φρέντο», του «δήθεν» και του «facebook», ως γνήσιος 30άρης ο οποίος έχει αρχίσει να ξεχνάει τα κουσούρια της δικής του γενιάς και έχει εν μέρει εγκλωβιστεί στην παγίδα του «κάθε πέρσι και καλύτερα», νοιώθω πως θα ήταν δίκαιο να παρουσιάσω και μία άλλη πλευρά των πραγμάτων.
Πριν μερικές μέρες και καθώς ανηφόριζα προς την περιοχή του νοσοκομείου Παπαδημητρίου στα Μελίσσια αργά το βράδυ, διέκρινα ακριβώς στη «μύτη» της στροφής ένα μικρό σκυλάκι να κείτεται στη σκοτεινή και βρεγμένη άσφαλτο. Η εντύπωση που μου δόθηκε ήταν πως ένα ακόμα χαζούλη αδέσποτο είχε διαλέξει το λάθος μέρος για να ξεκουραστεί. Τουλάχιστον ένας στους τρεις οδηγούς, περνώντας με λίγη παραπάνω ταχύτητα θα το τραυμάτιζε, κατά πάσα πιθανότητα θανάσιμα. Λίγα μέτρα πιο κάτω, παρατήρησα μία νεαρή κοπέλα ντυμένη με τον παραδοσιακά ακαταλαβίστικο τρόπο και με ένα από τα περίεργα χτενίσματα που η γενιά μου πια δεν κατανοεί (δεν μπορώ με σιγουριά να πω αν ήταν «Emo», «Trendy» ή «Κάγκουρας» - αν και το τελευταίο θα φανταζόμουν πως χρησιμοποιείται αποκλειστικά για να περιγράψει αρένες), να έχει παρκάρει στην άκρη και να προσπαθεί να τηλεφωνήσει. Διέκρινα πως ήταν συναισθηματικά φορτισμένη και ο συνδυασμός των γεγονότων με έκανε να υποψιαστώ πως τα πράγματα ίσως να μην είναι ακριβώς όπως φαίνονται. Πάρκαρα σε μια γωνιά και βγαίνοντας από το αυτοκίνητο μπόρεσα να διακρίνω πως ο σκυλάκος έτρεμε ανεξέλεγκτα, έχοντας συχνά βίαιους σπασμούς και αφρίζοντας. Η νεαρή κοπέλα με κοίταξε ανακουφισμένη που κάποιος άλλος είχε σταματήσει.
Τηλεφώνησα άμεσα σε κάποιο κοντινό μου πρόσωπο που συμπωματικά έμενε κοντά και είναι φανατική φιλόζωος και της ζήτησα να με φέρει σε επαφή με τον κτηνίατρό της. Δεν είχα προλάβει να κλείσω το τηλέφωνο και ο δρόμος είχε γεμίσει από νεαρούς οι οποίοι μάλλον επέστρεφαν από ένα τοπικό γυμναστήριο που λειτουργεί 24 ώρες. Μέσα σε λίγα λεπτά ο άτυχος σκύλος είχε ως δια μαγείας μεταφερθεί από τη σκοτεινή και μουσκεμένη γωνιά κάτω από ένα σκέπαστρο, πάνω σε μία σακούλα, αφού κάποιοι είχαν φροντίσει να σταματήσουν την κυκλοφορία. Το κοντινότερο νοσοκομείο ζώων εντοπίστηκε (…στην Παιανία), κάποιοι κατέφθασαν με ενέσεις ατροπίνης (προφανώς ο σκύλος δεν είχε χτυπηθεί από αυτοκίνητο αλλά είχε φάει φόλα) και σε λίγη ώρα ένα αυτοκίνητο με το άτυχο τετράποδο όδευε προς το νοσοκομείο.
Μισή ώρα μετά έλαβα μήνυμα πως ο ασθενής μας απεβίωσε. Ήταν πραγματικά θλιβερό που οι προσπάθειες και η αγάπη τόσων ανθρώπων δεν έφτασε για να σώσουν μια ζωή, το ζώο όμως έφυγε εν μέσω ενός χαδιού και μιας τρυφερής κουβέντας αντί για παρατημένο ή και ξαναχτυπημένο στον παγωμένο και βρεγμένο δρόμο. Με θαυμασμό παρακολούθησα το συντονισμό και την προσπάθεια να αναδιπλώνεται με πάθος αλλά και μεθοδικότητα. Κάποια στιγμή μάλιστα, ένας από τους νεαρούς είπε «τραγικοί είμαστε…» αναφερόμενος στη γενιά του.
Εκείνη τη νύχτα συνειδητοποίησα πως τελικά δεν είναι η γενιά που είναι τραγική. Οι καιροί είναι που έχουν δέσει τα χέρια και τα πόδια και έχουν φιμώσει το στόμα και την ψυχή των νέων. Η εξέλιξη των μηχανισμών ελέγχου και αποχαύνωσης έχει υπάρξει τρομακτική και έχει συνθλίψει μια γενιά χωρίς όραμα, ελπίδα ιδανικά αλλά πάνω από όλα χωρίς ηγέτες. Ίσως όταν καταλάβουμε πως η αξιοπρέπειά μας βρίσκεται σε εξίσου κρίσιμη κατάσταση με του μικρού σκύλου, να καταφέρουμε να αφυπνιστούμε και να δράσουμε αποφασιστικά και με τόλμη…ακριβώς όπως έκανε και η παρέα από το γυμναστήριο μια βροχερή Τρίτη βράδυ.
Πριν μερικές μέρες και καθώς ανηφόριζα προς την περιοχή του νοσοκομείου Παπαδημητρίου στα Μελίσσια αργά το βράδυ, διέκρινα ακριβώς στη «μύτη» της στροφής ένα μικρό σκυλάκι να κείτεται στη σκοτεινή και βρεγμένη άσφαλτο. Η εντύπωση που μου δόθηκε ήταν πως ένα ακόμα χαζούλη αδέσποτο είχε διαλέξει το λάθος μέρος για να ξεκουραστεί. Τουλάχιστον ένας στους τρεις οδηγούς, περνώντας με λίγη παραπάνω ταχύτητα θα το τραυμάτιζε, κατά πάσα πιθανότητα θανάσιμα. Λίγα μέτρα πιο κάτω, παρατήρησα μία νεαρή κοπέλα ντυμένη με τον παραδοσιακά ακαταλαβίστικο τρόπο και με ένα από τα περίεργα χτενίσματα που η γενιά μου πια δεν κατανοεί (δεν μπορώ με σιγουριά να πω αν ήταν «Emo», «Trendy» ή «Κάγκουρας» - αν και το τελευταίο θα φανταζόμουν πως χρησιμοποιείται αποκλειστικά για να περιγράψει αρένες), να έχει παρκάρει στην άκρη και να προσπαθεί να τηλεφωνήσει. Διέκρινα πως ήταν συναισθηματικά φορτισμένη και ο συνδυασμός των γεγονότων με έκανε να υποψιαστώ πως τα πράγματα ίσως να μην είναι ακριβώς όπως φαίνονται. Πάρκαρα σε μια γωνιά και βγαίνοντας από το αυτοκίνητο μπόρεσα να διακρίνω πως ο σκυλάκος έτρεμε ανεξέλεγκτα, έχοντας συχνά βίαιους σπασμούς και αφρίζοντας. Η νεαρή κοπέλα με κοίταξε ανακουφισμένη που κάποιος άλλος είχε σταματήσει.
Τηλεφώνησα άμεσα σε κάποιο κοντινό μου πρόσωπο που συμπωματικά έμενε κοντά και είναι φανατική φιλόζωος και της ζήτησα να με φέρει σε επαφή με τον κτηνίατρό της. Δεν είχα προλάβει να κλείσω το τηλέφωνο και ο δρόμος είχε γεμίσει από νεαρούς οι οποίοι μάλλον επέστρεφαν από ένα τοπικό γυμναστήριο που λειτουργεί 24 ώρες. Μέσα σε λίγα λεπτά ο άτυχος σκύλος είχε ως δια μαγείας μεταφερθεί από τη σκοτεινή και μουσκεμένη γωνιά κάτω από ένα σκέπαστρο, πάνω σε μία σακούλα, αφού κάποιοι είχαν φροντίσει να σταματήσουν την κυκλοφορία. Το κοντινότερο νοσοκομείο ζώων εντοπίστηκε (…στην Παιανία), κάποιοι κατέφθασαν με ενέσεις ατροπίνης (προφανώς ο σκύλος δεν είχε χτυπηθεί από αυτοκίνητο αλλά είχε φάει φόλα) και σε λίγη ώρα ένα αυτοκίνητο με το άτυχο τετράποδο όδευε προς το νοσοκομείο.
Μισή ώρα μετά έλαβα μήνυμα πως ο ασθενής μας απεβίωσε. Ήταν πραγματικά θλιβερό που οι προσπάθειες και η αγάπη τόσων ανθρώπων δεν έφτασε για να σώσουν μια ζωή, το ζώο όμως έφυγε εν μέσω ενός χαδιού και μιας τρυφερής κουβέντας αντί για παρατημένο ή και ξαναχτυπημένο στον παγωμένο και βρεγμένο δρόμο. Με θαυμασμό παρακολούθησα το συντονισμό και την προσπάθεια να αναδιπλώνεται με πάθος αλλά και μεθοδικότητα. Κάποια στιγμή μάλιστα, ένας από τους νεαρούς είπε «τραγικοί είμαστε…» αναφερόμενος στη γενιά του.
Εκείνη τη νύχτα συνειδητοποίησα πως τελικά δεν είναι η γενιά που είναι τραγική. Οι καιροί είναι που έχουν δέσει τα χέρια και τα πόδια και έχουν φιμώσει το στόμα και την ψυχή των νέων. Η εξέλιξη των μηχανισμών ελέγχου και αποχαύνωσης έχει υπάρξει τρομακτική και έχει συνθλίψει μια γενιά χωρίς όραμα, ελπίδα ιδανικά αλλά πάνω από όλα χωρίς ηγέτες. Ίσως όταν καταλάβουμε πως η αξιοπρέπειά μας βρίσκεται σε εξίσου κρίσιμη κατάσταση με του μικρού σκύλου, να καταφέρουμε να αφυπνιστούμε και να δράσουμε αποφασιστικά και με τόλμη…ακριβώς όπως έκανε και η παρέα από το γυμναστήριο μια βροχερή Τρίτη βράδυ.
Βασίλης Αντωνάς
(Εφημερίδα Κηφισιά 2008)
Τετάρτη 14 Μαΐου 2008
Τα Καινούργια Ρούχα του Βασιλιά
Τελικά δυσκολεύομαι πολύ να δείξω κατανόηση για τις δημοφιλείς, διαδικτυακές, κοινωνικές πλατφόρμες τύπου My Space, Face Book και Akazoo. Μπορώ να καταλάβω πολύ καλά τα οφέλη που αποκομίζουν οι εταιρίες μέσα από την συγκομιδή δεδομένων, τη δυνατότητα να διαφημίσει κάποιος την υπηρεσία και το προϊόν του, μέχρι και την ανάγκη του Μεγάλου Αδελφού να μας φακελώσει όλους μπορώ να καταλάβω. Ο καθένας κοιτάει τα συμφέροντα του και θέλει να επεκτείνει τη σφαίρα της επιρροής του, και στη σήμερον ημέρα το δυνατότερο νόμισμα είναι οι πληροφορίες.
Αυτό που δε μπορώ όμως καθόλου να καταλάβω, είναι η αφέλεια που επιδυκνείουν κάποιοι χρήστες. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην αφέλεια όσον αφορά τη προαναφερθείσα χρήση δεδομένων. Δεν αναφέρομαι καν στην ανικανότητα τους να αντιληφθούν τους ευνόητους κινδύνους που εγκυμονεί το να δημοσιεύουν το όνομα, το τηλέφωνο, τη γεωγραφική τους θέση και τις προσωπικές συνήθειές τους. Όχι, τα παραπάνω προϋποθέτουν ένα δείκτη ευφυΐας λίγο άνω του μετρίου, και αυτό δεν μπορεί να το απαιτεί κάποιος από όλο τον κόσμο.
Η αφέλεια στην οποία αναφέρομαι, είναι στον «επιτηδευμένο» τρόπο που μερικοί θεατρίνοι δομούν το προφίλ του, πείθοντας ακόμα και τον εαυτό του πως αυτό το κατασκεύασμα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα της ύπαρξής του. Μια φωτογραφία (συνήθως ημίγυμνη, προκλητική και με ύφος ναζιάρικο ή επιμελώς προβληματισμένο) με τέλειο φωτισμό που επιδυκνείει το καλύτερο δυνατόν «προφίλ» σε ένα τέλειο τοπίο, μια σειρά από συνήθειες όπως η «ανάγνωση ποίησης» και η «συντήρηση έργων τέχνης». Αγαπημένοι συγγραφείς ο «Καζαντζάκης, ο Ντοστογιέφσκι, και ο Σαίξπηρ». Όσον αφορά το τι κάνει ο καθένας «τώρα», οι δραστηριότητες κυμαίνονται από το να βλέπει τι θέα από κάποιο ουρανοξύστη στη Νέα Υόρκη μέχρι το να ταξιδεύει με σακίδιο την Αφρική.
Και μένω και εγώ ο αφελής, να γυρεύω καθημερινά όλα αυτά τα πανέμορφα, καλλιεργημένα, ταξιδεμένα και με άποψη πλάσματα και το μόνο που βλέπω ως επί το πλείστον, είναι οι Νεοέλληνες με τις «Μερτσεντές» και τις «Καγιέν» στις καφετέριες να καυχιούνται για τη πρόσφατη κραιπάλη τους σε κάποιο παραλιακό μπουζουκομάγαζο, ή να πετάνε τα σκουπίδια τους στους δρόμους, και οι νεοελληνίδες με 3-4 στρώσεις μακιγιάζ, αψεγάδιαστη αμφίεση και ύφος βασιλικότερό του βασιλικού να κάνουν τα πάντα για να αποσπάσουν λίγη προσοχή με προσποιητή αδιαφορία από τον κάφρο στην καφετερία (πολλές φορές απλά και μόνο για να έχουν την ικανοποίηση να τον απορρίψουν επιδεικτικά για να γεμίσουν το κενό της ύπαρξής τους ), ο οποίος αν και ως επί το πλείστον βλάξ, έχει καταλάβει πως το μόνο που θέλει η συγκεκριμένη νεοελληνίδα, είναι η «Μερτσεντές» και η δυνατότητα να ανακοινώσει χαιρέκακα στις φίλες της, πως ο «δικός» της, την πήγε στη Μύκονο και «ήξερε και τον πορτιέρη του τάδε club».
Και έτσι, παραμένω με τη απορία του αν τελικά όλα αυτά τα υπέροχα ηλεκτρονικά πλάσματα κρύβονται κάπου, ή αν απλά έχει υπάρξει μεταξύ τους μία σιωπηλή συνεννόηση να προσποιηθούν πως ο ένας πιστεύει τον άλλον. Ίσως τελικά να είμαι εγώ ο αφελής που δεν έχω ακόμη καταφέρει να εισχωρήσω στη συνωμοσία!
Αυτό που δε μπορώ όμως καθόλου να καταλάβω, είναι η αφέλεια που επιδυκνείουν κάποιοι χρήστες. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην αφέλεια όσον αφορά τη προαναφερθείσα χρήση δεδομένων. Δεν αναφέρομαι καν στην ανικανότητα τους να αντιληφθούν τους ευνόητους κινδύνους που εγκυμονεί το να δημοσιεύουν το όνομα, το τηλέφωνο, τη γεωγραφική τους θέση και τις προσωπικές συνήθειές τους. Όχι, τα παραπάνω προϋποθέτουν ένα δείκτη ευφυΐας λίγο άνω του μετρίου, και αυτό δεν μπορεί να το απαιτεί κάποιος από όλο τον κόσμο.
Η αφέλεια στην οποία αναφέρομαι, είναι στον «επιτηδευμένο» τρόπο που μερικοί θεατρίνοι δομούν το προφίλ του, πείθοντας ακόμα και τον εαυτό του πως αυτό το κατασκεύασμα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα της ύπαρξής του. Μια φωτογραφία (συνήθως ημίγυμνη, προκλητική και με ύφος ναζιάρικο ή επιμελώς προβληματισμένο) με τέλειο φωτισμό που επιδυκνείει το καλύτερο δυνατόν «προφίλ» σε ένα τέλειο τοπίο, μια σειρά από συνήθειες όπως η «ανάγνωση ποίησης» και η «συντήρηση έργων τέχνης». Αγαπημένοι συγγραφείς ο «Καζαντζάκης, ο Ντοστογιέφσκι, και ο Σαίξπηρ». Όσον αφορά το τι κάνει ο καθένας «τώρα», οι δραστηριότητες κυμαίνονται από το να βλέπει τι θέα από κάποιο ουρανοξύστη στη Νέα Υόρκη μέχρι το να ταξιδεύει με σακίδιο την Αφρική.
Και μένω και εγώ ο αφελής, να γυρεύω καθημερινά όλα αυτά τα πανέμορφα, καλλιεργημένα, ταξιδεμένα και με άποψη πλάσματα και το μόνο που βλέπω ως επί το πλείστον, είναι οι Νεοέλληνες με τις «Μερτσεντές» και τις «Καγιέν» στις καφετέριες να καυχιούνται για τη πρόσφατη κραιπάλη τους σε κάποιο παραλιακό μπουζουκομάγαζο, ή να πετάνε τα σκουπίδια τους στους δρόμους, και οι νεοελληνίδες με 3-4 στρώσεις μακιγιάζ, αψεγάδιαστη αμφίεση και ύφος βασιλικότερό του βασιλικού να κάνουν τα πάντα για να αποσπάσουν λίγη προσοχή με προσποιητή αδιαφορία από τον κάφρο στην καφετερία (πολλές φορές απλά και μόνο για να έχουν την ικανοποίηση να τον απορρίψουν επιδεικτικά για να γεμίσουν το κενό της ύπαρξής τους ), ο οποίος αν και ως επί το πλείστον βλάξ, έχει καταλάβει πως το μόνο που θέλει η συγκεκριμένη νεοελληνίδα, είναι η «Μερτσεντές» και η δυνατότητα να ανακοινώσει χαιρέκακα στις φίλες της, πως ο «δικός» της, την πήγε στη Μύκονο και «ήξερε και τον πορτιέρη του τάδε club».
Και έτσι, παραμένω με τη απορία του αν τελικά όλα αυτά τα υπέροχα ηλεκτρονικά πλάσματα κρύβονται κάπου, ή αν απλά έχει υπάρξει μεταξύ τους μία σιωπηλή συνεννόηση να προσποιηθούν πως ο ένας πιστεύει τον άλλον. Ίσως τελικά να είμαι εγώ ο αφελής που δεν έχω ακόμη καταφέρει να εισχωρήσω στη συνωμοσία!
Βασίλης Αντωνάς
(Εφημερίδα Κηφισιά 2008)
Τρίτη 6 Μαΐου 2008
Ψητό Γεμιστό Καλαμάρι
Στο πλαίσιο της προώθησης μιας ζωής δημιουργικής και ολοκληρωμένης και της ορατής πλέον άφιξης του Ελληνικού καλοκαιριού, το blog σήμερα θα ασχοληθεί με τη…μαγειρική. Συγκεκριμένα θα δούμε μία υγιεινή και νόστιμη συνταγή για ψητό γεμιστό καλαμάρι στα κάρβουνα ή για τους λιγότερο τυχερούς στο grill.
Υλικά για 2 άτομα
1 Φρέσκο Καλαμάρι βάρους περίπου 500 γραμμαρίων
100 Γραμμάρια Φέτα
100 Γραμμάρια Κεφαλογραβιέρα
Μία πιπεριά πορτοκαλί ή κίτρινη βιολογικής καλλιέργειας
Ένα σφηνοπότηρο ούζο
Μία κουταλιά της σούπας λάδι ελιάς
Μία μικρή ντομάτα ζουμερή, αρωματική και «ψημένη» (όχι άγουρη)
Μία κουταλιά του γλυκού ζάχαρη, λευκή
Μαϊντανός φρέσκος
Αλάτι και Πιπέρι
Πλένουμε καλά το καλαμάρι μέσα και έξω, σχίζοντας την εσοχή κάτω από το κεφάλι χωρίς ωστόσο να το κόψουμε τελείως. Κόβουμε την ντομάτα, τη φέτα και την κεφαλογραβιέρα σε κύβους και την πιπεριά (το ένα τέταρτο περίπου) σε μικρές ροδέλες και τα τοποθετούμε σε ένα μπολ. Προσθέτουμε μία μεγάλη κουταλιά λάδι ελιάς, μία μικρή κουταλιά ζάχαρη, αλάτι, πιπέρι και ένα σφηνοπότηρο ούζο, και ανακατεύουμε για λίγα δευτερόλεπτα ελαφρά. Στο τέλος προσθέτουμε 20 περίπου γραμμάρια φρεσκοκομμένο μαϊντανό.
Γεμίζουμε το καλαμάρι με το μίγμα μας και αν χρειάζεται κλείνουμε τυχόν κενά με μία οδοντογλυφίδα. Τοποθετούμε το καλαμάρι σε αλουμινόχαρτο χωρίς να το κλείσουμε και το μαρινάρουμε με όσο μείγμα έχει απομείνει. Το τοποθετούμε σε προθερμασμένο grill (στους 200 περίπου) ή σε κάρβουνα και το ψήνουμε για 12 με 15 λεπτά γυρίζοντας το συχνά.
Συνοδεύεται με πατατοσαλάτα η ρύζι (το οποίο συνδυάζουμε με τη σάλτσα) και ένα ποτήρι τραγανού και μέτριου όγκου κρασί όπως Μοσχοφίλερο ή Sauvignon Blanc για να αναδείξει τις ντελικάτες νότες του φρέσκου θαλασσινού.
Υλικά για 2 άτομα
1 Φρέσκο Καλαμάρι βάρους περίπου 500 γραμμαρίων
100 Γραμμάρια Φέτα
100 Γραμμάρια Κεφαλογραβιέρα
Μία πιπεριά πορτοκαλί ή κίτρινη βιολογικής καλλιέργειας
Ένα σφηνοπότηρο ούζο
Μία κουταλιά της σούπας λάδι ελιάς
Μία μικρή ντομάτα ζουμερή, αρωματική και «ψημένη» (όχι άγουρη)
Μία κουταλιά του γλυκού ζάχαρη, λευκή
Μαϊντανός φρέσκος
Αλάτι και Πιπέρι
Πλένουμε καλά το καλαμάρι μέσα και έξω, σχίζοντας την εσοχή κάτω από το κεφάλι χωρίς ωστόσο να το κόψουμε τελείως. Κόβουμε την ντομάτα, τη φέτα και την κεφαλογραβιέρα σε κύβους και την πιπεριά (το ένα τέταρτο περίπου) σε μικρές ροδέλες και τα τοποθετούμε σε ένα μπολ. Προσθέτουμε μία μεγάλη κουταλιά λάδι ελιάς, μία μικρή κουταλιά ζάχαρη, αλάτι, πιπέρι και ένα σφηνοπότηρο ούζο, και ανακατεύουμε για λίγα δευτερόλεπτα ελαφρά. Στο τέλος προσθέτουμε 20 περίπου γραμμάρια φρεσκοκομμένο μαϊντανό.
Γεμίζουμε το καλαμάρι με το μίγμα μας και αν χρειάζεται κλείνουμε τυχόν κενά με μία οδοντογλυφίδα. Τοποθετούμε το καλαμάρι σε αλουμινόχαρτο χωρίς να το κλείσουμε και το μαρινάρουμε με όσο μείγμα έχει απομείνει. Το τοποθετούμε σε προθερμασμένο grill (στους 200 περίπου) ή σε κάρβουνα και το ψήνουμε για 12 με 15 λεπτά γυρίζοντας το συχνά.
Συνοδεύεται με πατατοσαλάτα η ρύζι (το οποίο συνδυάζουμε με τη σάλτσα) και ένα ποτήρι τραγανού και μέτριου όγκου κρασί όπως Μοσχοφίλερο ή Sauvignon Blanc για να αναδείξει τις ντελικάτες νότες του φρέσκου θαλασσινού.
Βασίλης Αντωνάς
Εφημερίδα Κηφισιά 2008
Πέμπτη 27 Μαρτίου 2008
Κουκλοθέατρο
Τελικά είμαστε αδύναμοι…θύματα του ίδιου μας του εαυτού, έρμαια των κατασκευών μας και καταδικασμένοι να υπακούμε την καταστροφικότητά μας. Δεν εξηγείται αλλιώς αυτή η επανειλημμένη συμμετοχή μας σε πράξεις των οποίων την αρνητική κατάληξη πάντα γνωρίζουμε και από τις οποίες ποτέ δεν μπορούμε να αποδράσουμε. Σαν θεατρίνοι στο ίδιο έργο, σαν πεταλούδες πάνω στο φως…σαν μαριονέτες σε σάπιο σπάγκο. Σκέψου…καθημερινά…πόσες φορές ξεκινάς την ίδια κουβέντα…πόσες φορές διαμαρτύρεσαι για την ίδια αδικία…πόσες φορές πληγώνεις τον ίδιο άνθρωπο…πόσες φορές σε πληγώνει αυτός; Κωμικοτραγικό φαντάζει. Αν μαγικά μπορούσες να παρατήσεις το κουφάρι σου και από μια γωνιά να το θωρούσες να ταλαντεύεται σαν τον Καραγκιόζη, στοίχημα πάω θα μπορούσες μέχρι και την τελευταία συλλαβή σου να μαντέψεις. Και απελπισμένος θα πάσχιζες να σε σταματήσεις, να βάλεις τέρμα στην απαγγελία σου…μα όσες φορές και να τη γυρίσεις αυτή τη σκηνή, πάντα το ίδιο τέλος έχει. Τόσο δύσπιστος είσαι πια; Θα σου πει πως άργησες και δε σε νοιάζει τίποτα παρά ο εαυτός σου θα της πεις πως έχεις βαρεθεί τη γκρίνια της θα σου πει πως είσαι αναίσθητος θα της πεις πως κανείς δε την αντέχει πια, θα σου πει, και θα της πεις, και θα σου πει…αφού το ξέρεις το σενάριο απ’ έξω και ανακατωτά. Τι βασανίζεσαι; Μέχρι και τις δικές της τις αράδες έχεις μάθει. Και την άλλη μέρα θα σου πει να φέρεις το παιδί και θα της πεις πως δεν προλαβαίνεις και θα σου πει πως τα κάνει όλα αυτή και θα της πεις…θαρρείς πως επειδή τα λόγια αλλάζουν αλλάζει τίποτα άλλο; Πάντα το ίδιο πράγμα σε ρωτά…αν την αγαπάς ακόμα…αν την αγάπησες ποτέ, γιατί εκείνη πια δεν το θυμάται…σάμπως το θυμάσαι εσύ;
Βασίλης Αντωνάς
Εφημερίδα Κηφισιά 2008
Δευτέρα 17 Μαρτίου 2008
Σφετεριστές μιας Άλλης Εποχής
Βρέθηκα χθες βράδυ μετά από πολύ καιρό σε ένα από τα πολλά κέντρα διασκεδάσεως της πρωτεύουσας για να ακούσω δύο σημαντικές Ελληνίδες ερμηνεύτριες, την Ελευθερία Αρβανιτάκη και τη Δήμητρα Γαλάνη. Ευτυχώς ή δυστυχώς το μικρόβιο του παρατηρητή της ανθρώπινης συμπεριφοράς με συντροφεύει παντού και έτσι δεν μπόρεσα να μην ξεχωρίσω το πάθος και τον ενθουσιασμό που επιφέρουν τα ακούσματα παλιών δημιουργών, όπως ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο Άκης Πάνου και ο Βασίλης Τσιτσάνης. Δυνατό συναίσθημα επικρατούσε και στη μελοποιημένη ποίηση του Καρυωτάκη και του Ελύτη, και αυτό με έκανε να αναρωτηθώ αν η ψυχή του Έλληνα τελικά νοσταλγεί. Και δε νοιώθω την ανάγκη να αποσαφηνίσω τί είναι αυτό για το οποίο νοσταλγεί, μια και η σύνθεση της λέξης νοσταλγία (νόστος εστί επιστροφή στη ρίζα και άλγος εστί πόνος) πιστεύω υπερκαλύπτει τυχόν ερωτηματικά ως προς τη φύση της αναζήτησής μας.
Χωρίς να επιθυμώ να ακουστώ σαν ένας οπισθοδρομικός και ανικανοποίητος δεινόσαυρος και χωρίς να ακυρώνω την ψευδαίσθηση του ανθρώπου που πάντα υπαγορεύει πως το παρελθόν και το μέλλον πάντα ήταν και θα είναι καλύτερα από το παρόν, η αποχαύνωση και η «προβατοποίηση» της σημερινής Ελληνικής κοινωνίας, έχει φτάσει πλέον σε σημείο ανησυχητικό. Ένα μέλος της χθεσινής παρέας εύστοχα παρατήρησε, «Παθιαζόμαστε με τα παθήματα, τα επιτεύγματα και τις ιστορίες των πατεράδων μας». Αυτό το σχόλιο μου έδωσε και το έναυσμα για το σημερινό άρθρο, αλλά και με προσκάλεσε να αναλογιστώ και να αξιολογήσω την πορεία του έθνους μας τα τελευταία χρόνια. Με θλίψη διαπίστωσα πως το κύμα της παγκοσμιοποίησης μας έχει αφήσει ακυβέρνητα θηράματα στις ορέξεις του εκάστοτε δυνατού ρυθμιστή. Ως αποτέλεσμα έχουμε καταφέρει να αποτύχουμε στο να αναπτύξουμε και να εξελίξουμε μια εθνική ταυτότητα δυναμική και άξια να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής.
Αυτό όμως το οποίο έχουμε αφομοιώσει ευλαβικά και με ακρίβεια είναι η Δυτική πολιτική ορθότητα· ή μάλλον, για να είμαι πιο ακριβής, μερικές από τις πολλές και λιγότερο αποτελεσματικές μορφές της. Ως εκ τούτου, συγκαλύπτουμε τη δειλία να υπερασπιστούμε την Ελλάδα πίσω από την πολιτικά ορθή έννοια της παγκόσμιας ειρήνης· κρύβουμε την ανικανότητα να αναλάβουμε τις προσωπικές μας ευθύνες πίσω από πολιτικά ορθές έννοιες όπως ο φεμινισμός, η ισότητα, και η ελευθερία· κρύβουμε την τεμπελιά μας πίσω από την πολιτικά ορθή έννοια της απεργίας· κρύβουμε την ανικανότητά μας να παρέμβουμε, να ενεργοποιηθούμε και να αλλάξουμε την πορεία ολέθρου που διαγράφεται πίσω από την κενή και άτοπη διαμαρτυρία μας, την αντιπολίτευσή μας, που έχουμε αναγάγει πλέον σε επιστήμη.
Και έτσι, δικαιωμένοι από την πολιτική ορθότητα, περήφανοι για τη διαμαρτυρία μας και ασφαλείς –έστω και προσωρινά– από τους ενδοψυχικούς και πραγματικούς εχθρούς μας, ασπαζόμαστε το νεοφιλελευθερισμό της Δύσης (αλλά όχι και την παραγωγικότητα ή δημιουργικότητά της) και μαζευόμαστε τα βραδιά τραγουδώντας άσματα μιας άλλης εποχής.
Χωρίς να επιθυμώ να ακουστώ σαν ένας οπισθοδρομικός και ανικανοποίητος δεινόσαυρος και χωρίς να ακυρώνω την ψευδαίσθηση του ανθρώπου που πάντα υπαγορεύει πως το παρελθόν και το μέλλον πάντα ήταν και θα είναι καλύτερα από το παρόν, η αποχαύνωση και η «προβατοποίηση» της σημερινής Ελληνικής κοινωνίας, έχει φτάσει πλέον σε σημείο ανησυχητικό. Ένα μέλος της χθεσινής παρέας εύστοχα παρατήρησε, «Παθιαζόμαστε με τα παθήματα, τα επιτεύγματα και τις ιστορίες των πατεράδων μας». Αυτό το σχόλιο μου έδωσε και το έναυσμα για το σημερινό άρθρο, αλλά και με προσκάλεσε να αναλογιστώ και να αξιολογήσω την πορεία του έθνους μας τα τελευταία χρόνια. Με θλίψη διαπίστωσα πως το κύμα της παγκοσμιοποίησης μας έχει αφήσει ακυβέρνητα θηράματα στις ορέξεις του εκάστοτε δυνατού ρυθμιστή. Ως αποτέλεσμα έχουμε καταφέρει να αποτύχουμε στο να αναπτύξουμε και να εξελίξουμε μια εθνική ταυτότητα δυναμική και άξια να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής.
Αυτό όμως το οποίο έχουμε αφομοιώσει ευλαβικά και με ακρίβεια είναι η Δυτική πολιτική ορθότητα· ή μάλλον, για να είμαι πιο ακριβής, μερικές από τις πολλές και λιγότερο αποτελεσματικές μορφές της. Ως εκ τούτου, συγκαλύπτουμε τη δειλία να υπερασπιστούμε την Ελλάδα πίσω από την πολιτικά ορθή έννοια της παγκόσμιας ειρήνης· κρύβουμε την ανικανότητα να αναλάβουμε τις προσωπικές μας ευθύνες πίσω από πολιτικά ορθές έννοιες όπως ο φεμινισμός, η ισότητα, και η ελευθερία· κρύβουμε την τεμπελιά μας πίσω από την πολιτικά ορθή έννοια της απεργίας· κρύβουμε την ανικανότητά μας να παρέμβουμε, να ενεργοποιηθούμε και να αλλάξουμε την πορεία ολέθρου που διαγράφεται πίσω από την κενή και άτοπη διαμαρτυρία μας, την αντιπολίτευσή μας, που έχουμε αναγάγει πλέον σε επιστήμη.
Και έτσι, δικαιωμένοι από την πολιτική ορθότητα, περήφανοι για τη διαμαρτυρία μας και ασφαλείς –έστω και προσωρινά– από τους ενδοψυχικούς και πραγματικούς εχθρούς μας, ασπαζόμαστε το νεοφιλελευθερισμό της Δύσης (αλλά όχι και την παραγωγικότητα ή δημιουργικότητά της) και μαζευόμαστε τα βραδιά τραγουδώντας άσματα μιας άλλης εποχής.
Βασίλης Αντωνάς
Εφημερίδα Κηφισιά 2008
Τρίτη 4 Μαρτίου 2008
Υποχονδρίαση και (Εθνική) Ασφάλεια
Τα γεγονότα που βρίσκονται σε εξέλιξη γύρω από τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια και η διεθνής και καμιά φορά εσωτερική αντίδραση, μου θυμίζουν έντονα περιπτώσεις άπειρων ή επιτηδείων συναδέλφων «ψυχοθεραπευτών.» Πολλές φορές οι πελάτες μας παραπονιούνται έντονα για σωματικούς πόνους, αδιαθεσίες, πονοκεφάλους και άλλα συμπτώματα. Στην προσπάθεια να μη χάσουν τον πελάτη και να εφαρμόσουν τις τεχνικές που γνωρίζουν, οι «θεραπευτές» αυτοί βαφτίζουν τη νόσο υποχονδρίαση (το σύνδρομο του κατά φαντασίαν ασθενούς) και συνεχίζουν το έργο τους χωρίς να παραπέμψουν τον ασθενή σε ιατρικές εξετάσεις, χωρίς να προβούν στη λήψη ιστορικού ή απλά να τον αποδεσμεύσουν.
Με παρόμοιο τρόπο, και μέσα από την ανάγκη τους να διατηρήσουν ανέπαφη τη σφαίρα της επιρροής τους (όπως οι «θεραπευτές» με τους ασθενείς τους), οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο κύριος Μάθιου Νίμιτς και οι ανιστόρητοι νεοφιλελεύθεροι του εσωτερικού, έχουν βαλθεί να πείσουν τους Έλληνες πως τα Σκόπια δικαιούνται να σφετεριστούν την Ελληνική ιστορική ονομασία της Μακεδονίας, που ανέκαθεν αναφερόταν στη Βόρεια Ελλάδα, πως το Κόσσοβο δικαιούται να κηρύξει την ανεξαρτησία του (δίνοντας έναυσμα στις διεκδικήσεις των Τσάμηδων και καθιστώντας την καρδιά των Βαλκανίων βάση της CIA) και φυσικά πως η Κύπρος είναι ουσιαστικά δύο κράτη.
Τα τελευταία χρόνια κάθε μορφή αντίστασης, από τις πιο ριζοσπαστικές (όπως τα MME που υπερασπίζονται τα εθνικά συμφέροντα και την εθνική μας κυριαρχία) μέχρι τις πιο διακριτικές (όπως το να ψελλίσει κάποιος με απορία «μα καλά, η Μακεδονία δεν είναι περιφέρεια της Ελλάδος;») έχουν χαρακτηριστεί από «εθνικιστικές» μέχρι «φασιστικές». Με άλλα λόγια, βρισκόμαστε στο έλεος όλων αυτών των ανιστόρητων και επικίνδυνων «θεραπευτών» σαν να είμαστε ένα κράτος από παράλογους υποχόνδριους. Ευτυχώς, όμως, ο Έλληνας είναι εξίσου ικανός να συσπειρωθεί όταν νοιώσει την ανάσα του εχθρού στο λαιμό του, όσο είναι και να προκαλέσει την καταστροφή του ιδιοχείρως. Ο κύριος Παναγιωτόπουλος της Νέας Δημοκρατίας και ο κύριος Λομβέρδος του ΠΑΣΟΚ προτίμησαν να διασταυρώσουν τα ξίφη του μικροκομματισμού τις προάλλες στην εκπομπή του κυρίου Πρετεντέρη για τα Σκόπια, αντί να διασταυρώσουν το ξίφος της Ελλάδος με τους εχθρούς που μας έζωσαν σε ασφυκτικό κλοιό. Παραμένω ήσυχος, όμως, πως όλοι εμείς οι «υποχόνδριοι» θα αφυπνιστούμε επιτέλους και θα τους αναγκάσουμε όχι μόνο να βρουν αλλά και να ορθώσουν το ανάστημά τους στην απόπειρα της ιστορικής διαγραφής μας ως έθνος. Εάν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος κουβαλάει στους ώμους του τόσες δεκαετίες αγώνων, ο οποίος αποφεύγει την πολιτική και τη δημοσιότητα και ο οποίος υπήρξε ηγετική φιγούρα της αριστεράς, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, τότε πιστεύω πως ακόμα και ο πιο δύσπιστος μπορεί να είναι σίγουρος πως οι πληγές μιας επικείμενης εθνικής τραγωδίας θα είναι πραγματικές και μόνιμες, και όχι κατά φαντασίαν.
Βασίλης Αντωνάς
Με παρόμοιο τρόπο, και μέσα από την ανάγκη τους να διατηρήσουν ανέπαφη τη σφαίρα της επιρροής τους (όπως οι «θεραπευτές» με τους ασθενείς τους), οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο κύριος Μάθιου Νίμιτς και οι ανιστόρητοι νεοφιλελεύθεροι του εσωτερικού, έχουν βαλθεί να πείσουν τους Έλληνες πως τα Σκόπια δικαιούνται να σφετεριστούν την Ελληνική ιστορική ονομασία της Μακεδονίας, που ανέκαθεν αναφερόταν στη Βόρεια Ελλάδα, πως το Κόσσοβο δικαιούται να κηρύξει την ανεξαρτησία του (δίνοντας έναυσμα στις διεκδικήσεις των Τσάμηδων και καθιστώντας την καρδιά των Βαλκανίων βάση της CIA) και φυσικά πως η Κύπρος είναι ουσιαστικά δύο κράτη.
Τα τελευταία χρόνια κάθε μορφή αντίστασης, από τις πιο ριζοσπαστικές (όπως τα MME που υπερασπίζονται τα εθνικά συμφέροντα και την εθνική μας κυριαρχία) μέχρι τις πιο διακριτικές (όπως το να ψελλίσει κάποιος με απορία «μα καλά, η Μακεδονία δεν είναι περιφέρεια της Ελλάδος;») έχουν χαρακτηριστεί από «εθνικιστικές» μέχρι «φασιστικές». Με άλλα λόγια, βρισκόμαστε στο έλεος όλων αυτών των ανιστόρητων και επικίνδυνων «θεραπευτών» σαν να είμαστε ένα κράτος από παράλογους υποχόνδριους. Ευτυχώς, όμως, ο Έλληνας είναι εξίσου ικανός να συσπειρωθεί όταν νοιώσει την ανάσα του εχθρού στο λαιμό του, όσο είναι και να προκαλέσει την καταστροφή του ιδιοχείρως. Ο κύριος Παναγιωτόπουλος της Νέας Δημοκρατίας και ο κύριος Λομβέρδος του ΠΑΣΟΚ προτίμησαν να διασταυρώσουν τα ξίφη του μικροκομματισμού τις προάλλες στην εκπομπή του κυρίου Πρετεντέρη για τα Σκόπια, αντί να διασταυρώσουν το ξίφος της Ελλάδος με τους εχθρούς που μας έζωσαν σε ασφυκτικό κλοιό. Παραμένω ήσυχος, όμως, πως όλοι εμείς οι «υποχόνδριοι» θα αφυπνιστούμε επιτέλους και θα τους αναγκάσουμε όχι μόνο να βρουν αλλά και να ορθώσουν το ανάστημά τους στην απόπειρα της ιστορικής διαγραφής μας ως έθνος. Εάν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος κουβαλάει στους ώμους του τόσες δεκαετίες αγώνων, ο οποίος αποφεύγει την πολιτική και τη δημοσιότητα και ο οποίος υπήρξε ηγετική φιγούρα της αριστεράς, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, τότε πιστεύω πως ακόμα και ο πιο δύσπιστος μπορεί να είναι σίγουρος πως οι πληγές μιας επικείμενης εθνικής τραγωδίας θα είναι πραγματικές και μόνιμες, και όχι κατά φαντασίαν.
Βασίλης Αντωνάς
(Εφημερίδα Κηφισιά 2008)
Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2008
Η Βαρύτητα της Σχέσης
Χθες βράδυ είχα μία ενδιαφέρουσα συζήτηση με ένα νεαρό φίλο μου, ο οποίος έχει ευλογηθεί με το δώρο του υψηλού δείκτη ευφυΐας αλλά αντιμετωπίζει κάποιες δυσκολίες στις διαπροσωπικές του επαφές. Με αφορμή ένα περιστατικό το οποίο δημιούργησε εντάσεις στο κοινό μας κύκλο, διερευνήσαμε τα πλεονεκτήματα που απολαμβάνουμε όταν η επικοινωνία με τους γύρω μας είναι εποικοδομητική, θετική και αμοιβαία ευχάριστη. Ο φίλος μου υποστήριξε πως εάν και προσπαθεί να βελτιώσει τη ποιότητα των διαδραστικών του συνδιαλλαγών, αυτό δεν αποτελεί απαραίτητα προϋπόθεση για την εξέλιξη και τη βελτίωσή του. Μέχρι ενός σημείου, αυτό ισχύει και πολλοί ταλαντούχοι άνθρωποι συνεισφέρουν και πετυχαίνουν λόγο του ταλέντου τους, των δεξιοτήτων τους και των επιτευγμάτων τους. Ο μαθηματικός Τζον Νας (τον οποίο πρόσφατα υποδύθηκε ο Ράσελ Κρόου), λόγου χάρη, είναι ένα από αυτά τα παραδείγματα, όπως ίσως και ο Σοπενχάουερ. Στο κάτω-κάτω ποιός θέλει να περιτριγυρίζεται από άτομα χαμηλότερου δυναμικού που όχι μόνο δεν σε καταλαβαίνουν αλλά και σε αποσπούν από το έργο σου;
Από την άλλη βέβαια (και πέραν του ότι δεν είμαστε όλοι ιδιοφυίες) η ιστορία έχει γραφτεί και διαμορφωθεί από άτομα τα οποία κατάφεραν να επεκτείνουν το κύκλο της επιρροής τους με το να εμπνέουν, να παροτρύνουν και να ηγούνται δια παραδείγματος. Από ήρωες της αρχαιότητας όπως ο Αλέξανδρος και ο Λεωνίδας, μέχρι τον Τσόρτσιλ, τον Κάστρο και τον Μαντέλα του εικοστού αιώνα η ιστορία έχει γραφτεί ως επί το πλείστον από ηγέτες και καθοδηγητές. Και σε αυτήν όμως την περίπτωση, δεν μπορούμε όλοι να μοιάσουμε σε αυτές τις προσωπικότητες. Μπορούμε όμως μέσα από την επικοινωνία, τη συνεργασία και τον αμοιβαίο σεβασμό να προωθήσουμε τους στόχους μας, να διευκολύνουμε την καθημερινότητά μας και να εδραιώσουμε ένα κλίμα αλληλοϋποστήριξης με τους γύρω μας. Στην περίπτωση δε που μπορούμε να συνδυάσουμε τα παραπάνω με την ατομική μας εξέλιξη και πρόοδο, τότε θα έχουμε ανεβάσει κατακόρυφα τις πιθανότητες της επιτυχίας μας, της ευτυχίας μας και της αρμονικής συνύπαρξης με τους γύρω μας.
Βασίλης Αντωνάς
Από την άλλη βέβαια (και πέραν του ότι δεν είμαστε όλοι ιδιοφυίες) η ιστορία έχει γραφτεί και διαμορφωθεί από άτομα τα οποία κατάφεραν να επεκτείνουν το κύκλο της επιρροής τους με το να εμπνέουν, να παροτρύνουν και να ηγούνται δια παραδείγματος. Από ήρωες της αρχαιότητας όπως ο Αλέξανδρος και ο Λεωνίδας, μέχρι τον Τσόρτσιλ, τον Κάστρο και τον Μαντέλα του εικοστού αιώνα η ιστορία έχει γραφτεί ως επί το πλείστον από ηγέτες και καθοδηγητές. Και σε αυτήν όμως την περίπτωση, δεν μπορούμε όλοι να μοιάσουμε σε αυτές τις προσωπικότητες. Μπορούμε όμως μέσα από την επικοινωνία, τη συνεργασία και τον αμοιβαίο σεβασμό να προωθήσουμε τους στόχους μας, να διευκολύνουμε την καθημερινότητά μας και να εδραιώσουμε ένα κλίμα αλληλοϋποστήριξης με τους γύρω μας. Στην περίπτωση δε που μπορούμε να συνδυάσουμε τα παραπάνω με την ατομική μας εξέλιξη και πρόοδο, τότε θα έχουμε ανεβάσει κατακόρυφα τις πιθανότητες της επιτυχίας μας, της ευτυχίας μας και της αρμονικής συνύπαρξης με τους γύρω μας.
Βασίλης Αντωνάς
(Εφημερίδα Κηφισιά 2008)
Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2008
Κάθε Αρχή και Δύσκολη
Η αρχή του έτους είναι μια περίοδος που βρίσκει πολλούς από εμάς αναπάντεχα απροετοίμαστους, μπερδεμένους και πολλές φορές στα πρόθυρα κατάθλιψης. Η λάμψη από τα Χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια και οι μπουρμπουλήθρες σαμπάνιας που ερεθιστικά γαργάλισαν τον ουρανίσκο μας είναι πλέον μακρινή ανάμνηση και αντικαθίστανται από τη μουντάδα και το καυσαέριο της πόλης. Οι χιονισμένες βουνοκορφές που μας καλημέριζαν στο Καρπενήσι, στο Πήλιο ή σε κάποιο προορισμό του εξωτερικού έχουν μετατραπεί σε ατελείωτες ουρές αυτοκινήτων στη Κηφισίας, τη Κατεχάκη και την Παραλιακή. Ο/Η σύντροφος μας σταματάει να τρέχει πανικόβλητη –όπως και εμείς- κάνοντας διάλλειμα μόνο για να βγάλει έναν αναστεναγμό απελπισίας. Ακόμα χειρότερα, δεν έχουμε σύντροφο ή και διάθεση να επικοινωνήσουμε με το πρόσωπο που περιστασιακά μπαινοβγαίνει στη ζωή μας. Οι εκκρεμότητες που είχαμε έντεχνα αναβάλει πριν τις γιορτές παρουσιάζονται δριμύτερες και ενισχυμένες και πελαγωμένοι ανατρέχουμε σε αυτές μία-μία μέσα στο κεφάλι μας ελπίζοντας πως ως δια μαγείας θα επιλυθούν. Τις περισσότερες φορές καθώς περνά ο χειμώνας, τα πράγματα φαίνονται να μπαίνουν στη θέση τους και η ασφαλής καθημερινότητα αποκαθίσταται…μέχρι την επόμενη χρονιά.
Εδώ όμως είναι που ίσως όλοι μας να κάνουμε ένα τεράστιο σφάλμα. Αντί να επωφεληθούμε της ευκαιρίας που μας δίνεται από αυτή τη βίαια εναλλαγή για να εξετάσουμε τα κομμάτια της ζωής μας που υπολειτουργούν, περιμένουμε στωικά να μουδιάσει το μυαλό και η ψυχή μας τόσο ώστε όλα όσα φαντάζουν ανυπόφορα τον αυτή τη περίοδο, να ξαναγίνουν μέρος μίας ρουτίνας ανεκτής και αποδεκτής. Και έτσι κάθε χρόνο η ευκαιρία να αλλάξουμε κάτι από αυτά εξατμίζεται όπως οι Πρωτοχρονιάτικες δεσμεύσεις που κάνουμε μέσα στο κεφάλι μας ή με μία βαρύγδουπη ανακοίνωση παρουσία αυτών που αγαπάμε («Θα κόψω το κάπνισμα», «Θα αλλάξω δουλειά», «Θα γίνω πιο κοινωνικός» κτλπ).
Μία διαπίστωση η οποία μπορεί να μας βοηθήσει είναι το πώς η ζωή μας δε χειροτερεύει δραστικά μετά τις γιορτές, απλά επανέρχεται εκεί που ήταν. Ακούγεται αυτονόητο, και όμως είναι κάτι που συχνά μας διαφεύγει. Αν αυτό που βιώνουμε τις πρώτες εβδομάδες του χρόνου δε μας αρέσει, τότε είναι σχεδόν βέβαιο πως υποσυνείδητα δε μας αρέσει ούτε τον υπόλοιπο. Χωρίς να αγνοούμε παράγοντες ιατρικούς (όπως πχ η κακή διάθεση μετά από παρατεταμένη χρήση αλκοόλ), οικονομικούς (όπως η έλλειψη χρημάτων μετά τις Χριστουγεννιάτικες αγορές) και κοινωνικούς (όπως το ότι μας λείπει η παρέα που, όπως και εμείς, έχει κλειστεί στο καβούκι της για να ανασυνταχθεί), εάν μετά τις γιορτές νιώθουμε ανεκπλήρωτοι και δυστυχισμένοι, τότε ανήκουμε στη κατηγορία των ανθρώπων που έχουν τα περιθώρια (και την ευκαιρία) να βελτιώσουμε την ύπαρξη μας.
Ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος να βελτιωθούμε είναι να διαγνώσουμε τι είναι αυτό που μας ενοχλεί. Είναι η αίσθηση μοναξιάς, η κακή επικοινωνία με τους γύρω μας, η υγεία και η εμφάνιση μας, τα επαγγελματικά και οικονομικά μας θέματα;
Συχνά είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων με 1-2 από αυτά να κυριαρχούν. Άλλες φορές είναι δύσκολο να εντοπίσουμε και να κατατάξουμε τις πηγές των προβλημάτων μας, πράγμα που υποδεικνύει πως χρειάζεται να δουλέψουμε με την αυτογνωσία μας. Ό,τι από αυτά και να είναι, μια καλή αρχή είναι να πάρουμε ένα κομμάτι χαρτί για κάθε ένα θέμα που εντοπίσαμε και να γράψουμε στην επικεφαλίδα το πρόβλημα, στο κάτω μέρος τη λύση που θα επιθυμούσαμε και στη μέση ένα ρεαλιστικό χρονικό πλαίσιο για την επίτευξη των στόχων μας.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διατηρήσουμε την επαφή μας με την πραγμτικότητα, δηλαδή με το τι είναι πραγματικά, ρεαλιστικά επιτεύξιμο, γιατί το να έχουμε σχέδια τα οποία θα ναυαγήσουν είναι εξίσου αντιπαραγωγικό με το να μην έχουμε καθόλου. Για παράδειγμα το να σχεδιάσουμε να χάσουμε 20 κιλά ή να κάνουμε 5 καινούργιους φίλους στο διάστημα ενός μήνα σχεδόν σιγουρεύει την αποτυχία μας. Θα βοηθήσει λοιπόν εάν στο διάστημα ανάμεσα στο πρόβλημα και τη λύση εισάγουμε χρονικά τα βήματα τα οποία θεωρούμε πως θα μπορέσουμε να πάρουμε μέχρι να φτάσουμε στο τέρμα. Καθώς προχωράμε, θα ανακαλύψουμε πως πολλά από αυτά που μας κάνουν δυστυχείς είτε είναι αλληλένδετα είτε έχουν άλλη αιτία ύπαρξης και λύση από αυτή που προσμέναμε. Αυτό θα σημαίνει πως η δουλειά που ξεκινήσαμε έχει αποκτήσει δυναμική και προοπτική, σε σημείο που δε μας επιτρέπει πια να την αγνοήσουμε. Όπως η δύσκολη περίοδος μετά τις γιορτές, έτσι και αυτή η διαδικασία θα μας πιάσει απροετοίμαστους ή και ανήμπορους να αντιδράσουμε. Αν μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα περιστατικά ως μεγεθυντικό φακό αντί να τα εκλάβουμε ως αποτυχία, τότε είναι βέβαιο πως η γνώση που θα αποκομίσουμε θα αποτελέσει πολύτιμο εφόδιο για να ξεπεράσουμε και να βελτιώσουμε τη ποιότητα της ζωής μας, την επικοινωνία μας με τους γύρω μας και πάνω από όλα τη σχέση με τον εαυτό μας. Χρήσιμοι σύμμαχοι σε αυτό το ταξίδι μπορούν να είναι οι φίλοι μας, η οικογένεια μας ή ακόμα και ένας ψυχοθεραπευτής που μας εμπνέει εμπιστοσύνη. Με αυτό τον τρόπο η αρχή κάθε χρόνου θα μετατραπεί από μια περίοδο που αδημονούμε να τελειώσει σε έναν απολογισμό προόδου, ανάπτυξης και αυτό-πραγμάτωσης.
Εδώ όμως είναι που ίσως όλοι μας να κάνουμε ένα τεράστιο σφάλμα. Αντί να επωφεληθούμε της ευκαιρίας που μας δίνεται από αυτή τη βίαια εναλλαγή για να εξετάσουμε τα κομμάτια της ζωής μας που υπολειτουργούν, περιμένουμε στωικά να μουδιάσει το μυαλό και η ψυχή μας τόσο ώστε όλα όσα φαντάζουν ανυπόφορα τον αυτή τη περίοδο, να ξαναγίνουν μέρος μίας ρουτίνας ανεκτής και αποδεκτής. Και έτσι κάθε χρόνο η ευκαιρία να αλλάξουμε κάτι από αυτά εξατμίζεται όπως οι Πρωτοχρονιάτικες δεσμεύσεις που κάνουμε μέσα στο κεφάλι μας ή με μία βαρύγδουπη ανακοίνωση παρουσία αυτών που αγαπάμε («Θα κόψω το κάπνισμα», «Θα αλλάξω δουλειά», «Θα γίνω πιο κοινωνικός» κτλπ).
Μία διαπίστωση η οποία μπορεί να μας βοηθήσει είναι το πώς η ζωή μας δε χειροτερεύει δραστικά μετά τις γιορτές, απλά επανέρχεται εκεί που ήταν. Ακούγεται αυτονόητο, και όμως είναι κάτι που συχνά μας διαφεύγει. Αν αυτό που βιώνουμε τις πρώτες εβδομάδες του χρόνου δε μας αρέσει, τότε είναι σχεδόν βέβαιο πως υποσυνείδητα δε μας αρέσει ούτε τον υπόλοιπο. Χωρίς να αγνοούμε παράγοντες ιατρικούς (όπως πχ η κακή διάθεση μετά από παρατεταμένη χρήση αλκοόλ), οικονομικούς (όπως η έλλειψη χρημάτων μετά τις Χριστουγεννιάτικες αγορές) και κοινωνικούς (όπως το ότι μας λείπει η παρέα που, όπως και εμείς, έχει κλειστεί στο καβούκι της για να ανασυνταχθεί), εάν μετά τις γιορτές νιώθουμε ανεκπλήρωτοι και δυστυχισμένοι, τότε ανήκουμε στη κατηγορία των ανθρώπων που έχουν τα περιθώρια (και την ευκαιρία) να βελτιώσουμε την ύπαρξη μας.
Ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος να βελτιωθούμε είναι να διαγνώσουμε τι είναι αυτό που μας ενοχλεί. Είναι η αίσθηση μοναξιάς, η κακή επικοινωνία με τους γύρω μας, η υγεία και η εμφάνιση μας, τα επαγγελματικά και οικονομικά μας θέματα;
Συχνά είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων με 1-2 από αυτά να κυριαρχούν. Άλλες φορές είναι δύσκολο να εντοπίσουμε και να κατατάξουμε τις πηγές των προβλημάτων μας, πράγμα που υποδεικνύει πως χρειάζεται να δουλέψουμε με την αυτογνωσία μας. Ό,τι από αυτά και να είναι, μια καλή αρχή είναι να πάρουμε ένα κομμάτι χαρτί για κάθε ένα θέμα που εντοπίσαμε και να γράψουμε στην επικεφαλίδα το πρόβλημα, στο κάτω μέρος τη λύση που θα επιθυμούσαμε και στη μέση ένα ρεαλιστικό χρονικό πλαίσιο για την επίτευξη των στόχων μας.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διατηρήσουμε την επαφή μας με την πραγμτικότητα, δηλαδή με το τι είναι πραγματικά, ρεαλιστικά επιτεύξιμο, γιατί το να έχουμε σχέδια τα οποία θα ναυαγήσουν είναι εξίσου αντιπαραγωγικό με το να μην έχουμε καθόλου. Για παράδειγμα το να σχεδιάσουμε να χάσουμε 20 κιλά ή να κάνουμε 5 καινούργιους φίλους στο διάστημα ενός μήνα σχεδόν σιγουρεύει την αποτυχία μας. Θα βοηθήσει λοιπόν εάν στο διάστημα ανάμεσα στο πρόβλημα και τη λύση εισάγουμε χρονικά τα βήματα τα οποία θεωρούμε πως θα μπορέσουμε να πάρουμε μέχρι να φτάσουμε στο τέρμα. Καθώς προχωράμε, θα ανακαλύψουμε πως πολλά από αυτά που μας κάνουν δυστυχείς είτε είναι αλληλένδετα είτε έχουν άλλη αιτία ύπαρξης και λύση από αυτή που προσμέναμε. Αυτό θα σημαίνει πως η δουλειά που ξεκινήσαμε έχει αποκτήσει δυναμική και προοπτική, σε σημείο που δε μας επιτρέπει πια να την αγνοήσουμε. Όπως η δύσκολη περίοδος μετά τις γιορτές, έτσι και αυτή η διαδικασία θα μας πιάσει απροετοίμαστους ή και ανήμπορους να αντιδράσουμε. Αν μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα περιστατικά ως μεγεθυντικό φακό αντί να τα εκλάβουμε ως αποτυχία, τότε είναι βέβαιο πως η γνώση που θα αποκομίσουμε θα αποτελέσει πολύτιμο εφόδιο για να ξεπεράσουμε και να βελτιώσουμε τη ποιότητα της ζωής μας, την επικοινωνία μας με τους γύρω μας και πάνω από όλα τη σχέση με τον εαυτό μας. Χρήσιμοι σύμμαχοι σε αυτό το ταξίδι μπορούν να είναι οι φίλοι μας, η οικογένεια μας ή ακόμα και ένας ψυχοθεραπευτής που μας εμπνέει εμπιστοσύνη. Με αυτό τον τρόπο η αρχή κάθε χρόνου θα μετατραπεί από μια περίοδο που αδημονούμε να τελειώσει σε έναν απολογισμό προόδου, ανάπτυξης και αυτό-πραγμάτωσης.
Βασίλης Αντωνάς
(Εφημερίδα Αμαρυσία 2008)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)