Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2007

ΤΡΑΒΩΝΤΑΣ ΤΗ ΓΡΑΜΜΗ…


Πολλοί από εσάς θα έχετε βρεθεί σε σχέσεις όπου η προσφορά, η κατανόηση και η αφοσίωση υπήρξαν πράξεις για εσάς και λόγια για το σύντροφό σας. Τους τελευταίους μήνες πολλές φορές θέλησα να γράψω για τις επιπτώσεις που κάτι τέτοιο έχει όχι μόνο στη σχέση, αλλά και στον αυτοσεβασμό μας. Πολλές φορές έπιασα τον εαυτό μου να ξεκινάει ένα κείμενο, μόνο και μόνο για να παρατήσω την ηλεκτρονική μου πέννα μετά από μερικές αράδες. Δικαιολογίες ένα σωρό. Πότε έφταιγε το ότι οι 300 λέξεις που μου παραχωρούσε η εφημερίδα που φιλοξενεί τη στήλη μου δεν έφταναν, πότε υπήρχαν αντικείμενα πιο επίκαιρα και πότε μου είχε προταθεί να γράψω για κάποιο άλλο θέμα. Νομίζω έφτασε όμως η ώρα να τα βάλω όλα αυτά στην άκρη και να μοιραστώ τις σκέψεις μου μαζί σας.

Η έλλειψη αμοιβαιότητας στις ερωτικές σχέσεις έχει ως αποτέλεσμα να επέλθει μία ρήξη όχι μόνο με το σύντροφό μας, αλλά και με τον ίδιο μας τον εαυτό. Και η παροχή αγάπης, φροντίδας και εμπιστοσύνης χωρίς αντίκρισμα αργά η γρήγορα μετατρέπονται σε έλλειψη αυτοσεβασμού. Οι λόγοι που οδηγούν τους ανθρώπους να εμπλακούν σε τέτοιου είδους σχέσεις είναι πολλοί και πολυδιάστατοι, οπότε θα τους αναλύσουμε κάποια άλλη φορά. Ο Βολτέρος είπε: «Τι είναι η ανέχεια; Είναι η συνέπεια της ανθρωπότητας. Είμαστε όλοι φτιαγμένοι από λάθη και αδυναμίες. Ας ανταποδώσουμε συγχώρεση ο ένας για τα λάθη του άλλου-αυτός είναι ο πρώτος νόμος της φύσης». Δεν θα τολμήσω να διαφωνήσω φυσικά με το μεγάλο διανοούμενο, θα σας προσκαλέσω όμως να εστιάσετε την προσοχή σας στην έννοια της ανταπόδοσης.

Μία ιστορική αναδρομή στα άρθρα μου –αυτά που φιλοξενούνται σε αυτό τον διαδικτυακό χώρο αλλά και άλλα παλιότερα- μου επεσήμανε πως συχνά φλερτάρω με το θέμα του πότε σταματάει η αγάπη και η ανάγκη για τον άλλον, και αρχίζει η έλλειψη αυτοσεβασμού. Ενδεικτικά σας παραπέμπω στα κείμενα «Αχαριστία», «Το Τίμημα της Ασυνέπειας», «Κατά Παραγγελία Σύντροφοι», «Η Υπομονή ως Μειονέκτημα» και «Ο Πόλεμος των Φύλων».

Κάπου εδώ ίσως θα ήταν χρήσιμο να δώσω άδεια στον εαυτό μου να κλέψει και να αναπαράγει λίγο από το υπάρχον υλικό. Διανύουμε μία εποχή μεταβατική, όπου άντρες και γυναίκες δεν ξέρουν ακριβώς τί να περιμένουν ο ένας από τον άλλον και ως εκ τούτου και τί να προσφέρουν. Αυτό δημιουργεί εντάσεις και αμηχανία τουλάχιστον όσον αφορά τις ετερόφυλες σχέσεις. Το να επιδείξει κάποιος υπομονή ελπίζοντας πως ως εκ θαύματος ο σύντροφός του θα καταλάβει τί χρειάζεται από αυτόν είναι μία παγίδα η οποία συχνά μας αποτρέπει από το να είμαστε κύριοι του εαυτού μας και των αποφάσεών μας. Επιπροσθέτως το ιδανικό που έχουμε πολλές φορές πλάσει στο μυαλό μας και ενίοτε νομίζουμε πως συναντάμε μπορεί να μην είναι τίποτα περισσότερο από τη λαχτάρα της ψυχής μας να ολοκληρώσει αυτό που χρειάζεται. Επίσης, όταν κάποιος κατά συρροή προδίδει την εμπιστοσύνη μας, ένας σίγουρος και αποτελεσματικός τρόπος να γλυτώσουμε, είναι να μην τον εμπιστευτούμε ξανά. Η έννοια της αχαριστίας είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ασυνέπεια και όπως με τους ασυνεπείς έτσι και με τους αχάριστους, το θύμα από κάποιο σημείο και μετά φέρει παρόμοια αν όχι μεγαλύτερη ευθύνη με το θύτη. Τα παραπάνω λοιπόν συνοψίζουν τις μέχρι τώρα τοποθετήσεις μου οι οποίες σχετίζονται με την οριοθέτηση, την ανέχεια και τον αυτοσεβασμό.

Σας ακούω όμως να μουρμουρίζετε παραπονεμένα, «ωραία μας τα λες κύριε ψυχοθεραπευτή…μας προσέφερες αρκετές εξηγήσεις, μας έδωσες δυο-τρεις κατευθύνσεις, επέρριψες και κάμποση από την ευθύνη πάνω μας…και;»…Δυστυχώς ανάμεσα σε αυτούς που διαμαρτύρονται για τα παραπάνω βρίσκομαι και εγώ. Ο Νίτσε στο Ζαρατούστρα έγραψε: «Είναι εύκολο να πετάξουμε μία πέτρα σε ένα βαθύ πηγάδι, ποιός όμως θα τη μαζέψει πάλι;»…Κάπως έτσι είναι και η απώλεια του αυτοσεβασμού σε μία σχέση…όπως μία πέτρα σε ένα βαθύ πηγάδι: Όχι μόνο είναι πολύ δύσκολο να την ξαναβρούμε αλλά πολλές φορές ούτε καν μπορούμε να τη δούμε. Είμαστε πλάσματα της συνήθειας, πλάσματα της ελπίδας και πλάσματα που δυσκολεύονται να δουν τον αντικατοπτρισμό τους. Έτσι οι ανάγκες και οι αδυναμίες πολλές φορές μας αιχμαλωτίζουν σε σχέσεις που μας παραβιάζουν και ανήμποροι προσπαθούμε να προσφέρουμε όλο και περισσότερα με την ελπίδα πως ο άλλος θα το εκτιμήσει και θα ανταποδώσει. Ακόμα χειρότερα, πολλές φορές εκφυλιζόμαστε τόσο πολύ, που αρχίζουμε να θεωρούμε δεδομένο το ρόλο μας.


Δυστυχώς, όμως, είτε πρόκειται για αυθυποβολή, είτε για μαζοχιστική τάση, αυτή είναι μία διαδραστική διαδικασία που θυμίζει κινούμενη άμμο. Όσο περισσότερο μαθαίνει να ανέχεται ο ένας εκ των δύο τόσο περισσότερο ο άλλος θεωρεί δεδομένο πως υποχωρήσεις, παραχωρήσεις και συμβιβασμοί δεν χρειάζονται από την πλευρά του. Και εκεί τα πράγματα γίνονται πραγματικά επικίνδυνα, γιατί συνωμοτικά πλέον ο ένας εδραιώνει τη στρεβλωμένη πραγματικότητα του άλλου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι αρκετά ζευγάρια τα οποία χωρίζουν μετά από τριάντα ή σαράντα χρόνια γάμου επειδή ο ένας εκ των δύο συνειδητοποιεί ένα πρωί (ή και ένα βράδυ) πως έχει κουβαλήσει μόνος του τη σχέση, έχει υπάρξει αποδέκτης αχαριστίας και δεν έχει λάβει ανταπόδοση για την αγάπη και τη φροντίδα που έχει δώσει. Αυτά τα συμβάντα είναι πραγματικά τραγικά, γιατί όσο και να προσπαθούμε να πείσουμε τον εαυτό μας πως μπορούμε πάντα να ξαναρχίσουμε τη ζωή μας, η απώλεια είναι συχνά καθοριστική σε πολλά επίπεδα. Και έτσι, όπως φαίνεται, υπάρχουν φορές που ξεπερνάμε τα όρια της ανέχειάς μας, χάνουμε τον αυτοσεβασμό μας, αναλωνόμαστε χωρίς αντίκρισμα και δεν το καταλαβαίνουμε καν. Μετά από λίγο καιρό οι φίλοι και η οικογένειά μας σταματάνε να μας το επισημαίνουν όχι μόνο επειδή φοβούνται να παρέμβουν στη σχέση μας αλλά και επειδή συνηθίζουν και αυτοί το απομεινάρι που κάποτε ήταν ο εαυτός μας.

Τα πράγματα μπορούν να γίνουν όμως πιο απλά, ειδικά αν αξιολογήσουμε στα αρχικά στάδια μίας σχέσης τις προθέσεις του άλλου όσον αφορά τη συμβολή του σε αυτήν. Υπάρχουν δύο σημεία τα οποία μπορούν να μας υποδείξουν με ικανοποιητική ακρίβεια το μέλλον. Το πρώτο είναι η διάθεση και η κατανόηση που επιδυκνείει ο σύντροφός μας κάθε φορά που προσπαθούμε να του επισημάνουμε τί χρειαζόμαστε ή ότι κάτι που έκανε (ή δεν έκανε) μας πλήγωσε. Ο αρχετυπικά εγωιστής άνθρωπος θα εκλάβει την εκδήλωση των αναγκών μας ως κριτική, θα δικαιολογηθεί και ίσως να μας κατηγορήσει πως είμαστε παράλογοι, καταπιεστικοί και απαιτητικοί. Στο τέλος το όλο θέμα θα λήξει χωρίς να έχουμε καταλήξει σε ένα σημείο κοινής συνεννόησης και χωρίς να έχουμε την παραμικρή ιδέα του τί μας επιφυλάσσει το μέλλον. Κοινώς, θα κυριαρχήσουν το χάος, η ασάφεια και η αβεβαιότητα. Το δεύτερο ενδεικτικά δυσοίωνο σημάδι, το οποίο είναι άμεσα συνδεδεμένο με το πρώτο, είναι πως ακόμα και να επιτύχουμε μία στοιχειώδη κοινή αντίληψη, τα πράγματα που μας ενοχλούν επαναλαμβάνονται κατά συρροή. Αυτό μπορεί να σημαίνει πως δεν παραθέσαμε με σαφήνεια τις θέσεις και τις απόψεις μας, ειδικά τις πρώτες φορές. Από κάποιο σημείο και μετά όμως, θα πρέπει απλά να αποδεχτούμε πως στην καλύτερη περίπτωση ο άνθρωπος που έχουμε απέναντι μας δεν έχει καμία δυνατότητα να συνυπάρξει εντός των πλαισίων μίας συντροφικής αμοιβαιότητας ή απλά έχοντας καταλάβει μια θέση ισχύος απέναντι μας, προκλητικά μας αγνοεί και μας αψηφά. Για αυτό μπορεί να ευθύνεται η φύση του, οι περιστάσεις, ή απλά το ότι δεν του εμπνέουμε αρκετή αγάπη. Είτε είναι η επαγγελματική σταδιοδρομία, είτε η οικογένεια του ενός εκ των δύο συντρόφων, είτε η κοινωνική ζωή και τα χόμπυ, όλα φαίνονται να είναι πιο σημαντικά και να χρήζουν περισσότερου χρόνου, ενέργειας και αφοσίωσης από ότι η σχέση. Είναι πολύ οδυνηρό να περνάς τη ζωή σου με έναν άνθρωπο, ο οποίος σε θέτει ως προτεραιότητα μόνο στα λόγια και στη θεωρία. Πολλές φορές πρόκειται για άγνοια, άλλες για έλλειψη δυνατοτήτων, συχνότερα όμως πρόκειται για μία ναρκισσιστική έπαρση που δικαιωματικά και εγωιστικά τον κάνει να πιστεύει πως η ζωή του αξίζει περισσότερο από τη δική σας. Ό,τι και να είναι, μπορώ να σας πω με αρκετή βεβαιότητα πως δύσκολα θα αλλάξει, ειδικότερα εάν πρόκειται για μέρος του χαρακτήρα και τις προσωπικότητας του εκάστοτε ατόμου. Επίσης μπορώ να σας πω με ακόμα περισσότερη βεβαιότητα ότι αυτό δεν είναι δικό σας πρόβλημα. Το να παρακολουθείτε μοναχικά και παθητικά τη ζωή σας να αναλώνεται άνευ ουσίας, περιμένοντας το σύντροφό σας να εισέλθει σε αυτήν, είναι απλά χάσιμο χρόνου. Σε μία τέτοια περίπτωση και δεδομένου πως η σχέση βρίσκεται σε σχετικά αρχικά στάδια, σοφότερο είναι να ακολουθείται το γνωστό ρητό, «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Εάν βρήκατε την είσοδο, μπορείτε να βρείτε και την έξοδο.

Πολλοί από εσάς ίσως να νομίζετε πως ένας τέτοιος διακανονισμός είναι προς το συμφέρον του συντρόφου που παθητικά και εγωιστικά απο-λαμβάνει. Δυστυχώς όμως και για αυτόν η εξίσωση καταλήγει σε έλλειμμα. Ο άνθρωπος που αρχικά ερωτεύτηκε με τα οποιαδήποτε ελκυστικά χαρακτηριστικά του, ουσιαστικά παύει να υπάρχει και τη θέση του καταλαμβάνει ένα αξιολύπητο ανθρωπάκι, χωρίς πνοή και προσωπικότητα που μοναδικό σκοπό έχει να διατηρήσει πάση θυσία το αρρωστημένο ισοζύγιο που του εξασφαλίζει απλά και μόνο την άδεια παρουσία του συντρόφου του. Και έτσι απομένουν δύο άνθρωποι παγιδευμένοι, ο ένας στην κολακεία και ασφάλεια που του παρέχεται και η οποία καλύπτει τις δικές του ανεπάρκειες, και ο άλλος στο μαζοχιστικό στροβιλισμό που υπαγορεύουν οι φόβοι του. Κοινώς, συμβιώνουν δύο τρομαγμένοι άνθρωποι καταδικασμένοι να δυστυχήσουν ακόμα περισσότερο.

Δυστυχώς ο σαδομαζοχιστικός αυτός κύκλος είναι όχι μόνο φαύλος αλλά και κυρίαρχος. Από ένα σημείο και μετά η σχέση παύει να είναι συντροφική, κάθε ίχνος αγάπης και συνεργασίας εξασθενεί και το μόνο που κυριαρχεί είναι ένας σκοτεινός φόβος απώλειας που είναι και το μόνο που διατηρεί τη σχέση. Αυτό το φόβο, δυστυχώς ο καθένας πρέπει να το δουλέψει μόνος του. Οι πιθανότητες να βρει σε αυτή την προσπάθεια σύμμαχο τον εγωιστή σύντροφό του είναι ανύπαρκτες …τέτοιες σχέσεις είναι συμβιωτικές...σχεδόν παρασιτικές, και καλό είναι να απελευθερωνόμαστε από αυτές. Όσο όμως και αν μας φαίνεται ο χωρισμός αδιανόητος, ακόμα και όταν ξέρουμε ότι έχουμε πλέον χάσει όχι μόνο τον αυτοσεβασμό αλλά και τον εαυτό μας, πολλές φορές πρέπει να υπερβούμε τα όριά μας και σφίγγοντας τα δόντια να απελευθερωθούμε. Κλείνω με ένα απόσπασμα από την “Αναφορά Στο Γκρέκο” του Νίκου Καζαντζάκη:

-«Παππού αγαπημένε είπα, δώσε μου μια προσταγή»
-«Φτάσε όπου μπορείς παιδί μου»
-«Παππού, φώναξα τώρα πιο δυνατά, δώσε μου μια πιο δύσκολη, πιο Κρητικιά προσταγή»
«Φτάσε όπου δεν μπορείς»

Καλή δύναμη και καλή ελευθερία.

Βασίλης Αντωνάς

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2007

Η ΕΥΚΑΙΡΊΑ ΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ


Πολύ συχνά οι πελάτες μου αναφέρονται με έντονη αίσθηση θλίψης και μετάνοιας σε σχέσεις στις οποίες έχουν εμπλακεί ή ακόμα εμπλέκονται, σαν να ήταν λάθη τα οποία θα έπρεπε να είχαν αποφύγει. Και ενώ σε καμία περίπτωση δεν είμαι θιασώτης μιας δύσκολης και μαζοχιστικής ζωής, η προσωπική και κλινική μου εμπειρία, μου έχουν επιβεβαιώσει πως συνήθως αποχωρούμε από σχέσεις όχι τόσο επειδή δεν αντέχουμε τον άλλον, αλλά κυρίως επειδή δεν αντέχουμε αυτό που έχουμε γίνει εμείς. Και εκεί είναι που μας δίνεται μία μοναδική ευκαιρία να γνωρίσουμε και να βελτιώσουμε τον εαυτό μας.

Πολλές φορές οι δεσμοί μας, μας εξωθούν στα άκρα και μας κάνουν να φερόμαστε με τρόπους που φαντάζουν πρωτόγνωροι, άγνωστοι και αντίθετοι με το χαρακτήρα και την ιδιοσυγκρασία μας. Άλλες φορές, απλώς ανασύρουν κομμάτια μας τα οποία νομίζαμε πως είχαμε «θεραπεύσει» αποτελεσματικά. Όπως και να έχει, οι δυσκολίες πάντα μας βάζουν κάτω από το μικροσκόπιο και μεγεθύνουν όλα όσα δεν θέλουμε να αποκαλύψουμε στους άλλους, αλλά ούτε και στον εαυτό μας. Ζήλια, εγωισμός, οργή, μίσος και άλλα σκοτεινά χαρακτηριστικά ξεπηδούν και παίρνουν τα ηνία της ζωής και των πράξεών μας.

Και έτσι συνήθως βρίσκουμε τη λύτρωση με το να απομακρυνόμαστε από την πηγή του κακού για να γλυτώσουμε από όλα τα άσχημα πράγματα που μας ανάγκασε να κάνουμε. Και ενώ δεν έχω καμία αμφιβολία πως ορισμένοι άνθρωποι απλά αποτυγχάνουν να μας βγάλουν τον καλό μας εαυτό, λόγω ενδεχομένως των δικών τους προβλημάτων, πρέπει δυστυχώς να παραδεχτούμε πως κανένας ουσιαστικά δεν μας ανάγκασε να πράξουμε καθ’ οποιοδήποτε τρόπο. Δυστυχώς οι δαίμονές μας είναι αποκλειστικά δικοί μας…απλά πολλές φορές τυγχάνει να συναντάμε άτομα που τους ξυπνούν. Και όσο οδυνηρό και παράδοξο και να ακούγεται, εν μέρει αυτά τα άτομα μας κάνουν τη χάρη να μας επισημάνουν πως οι «βάρβαροι» είμαστε εμείς…Και όπως λέει και ο Καβάφης, «Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις»…ελλείψει βαρβάρων λοιπόν, αντιμετωπίστε τον εαυτό σας…


Βασίλης Αντωνάς
(Εφημερίδα Κηφισιά, 2007)

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2007

ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ…


Καμία αμφιβολία δεν υπάρχει πως για να πετύχουμε μία ισορροπημένη πορεία στη ζωή μας, χρειάζεται να είμαστε σχετικά προσαρμοστικοί και ευέλικτοι. Αλλιώς φερόμαστε και παρουσιαζόμαστε στις επαγγελματικές μας συναλλαγές, αλλιώς στο σπίτι μας και ενδεχομένως αλλιώς με φίλους και γνωστούς. Η αλήθεια όμως είναι πως ορισμένα κομμάτια μας και ουσιαστικά ο κορμός της ύπαρξής μας παραμένουν αναλλοίωτα... Όσο και να μπορούμε να ελέγξουμε τη συμπεριφορά και τις εκφράσεις μας, η ουσία της υπόστασής μας έχει πάντα τον πρώτο λόγο. Και αυτό καθίσταται σαφές στις ερωτικές μας σχέσεις, όχι μόνο γιατί εκεί δεν χρειάζεται να προσποιούμαστε, αλλά κυρίως γιατί η διάρκεια και η ασφάλεια πάντα συνδράμουν στο να ανασυρθεί ο πραγματικός μας εαυτός. Έτσι, αν είμαστε γενναιόδωροι, αυτό θα φανεί · αν είμαστε ευαίσθητοι θα φανεί· αν είμαστε αχάριστοι και εγωιστές, θα φανεί (σε αυτή την περίπτωση προτιμότερο είναι να μην κάνουμε σχέσεις). Και επειδή όλοι οι άνθρωποι διαφέρουν κάπου, μοιραία θα έρθει η στιγμή όπου κάποια από τα χαρακτηριστικά μας θα συγκρουστούν με αυτά του συντρόφου μας ή ακόμα και με την ίδια τη σχέση.

Σε αυτό το σημείο συνήθως κρίνεται το μέλλον μας με τον άνθρωπο που έχουμε δίπλα μας αλλά και πολλές φορές το ποιοι θέλουμε να ήμαστε ή να γίνουμε. Το γεγονός πως η συνύπαρξη με έναν άλλον άνθρωπο, φέρνει έντονα στην επιφάνεια τα χαρακτηριστικά μας, σημαίνει αυτόματα πως δίνεται και σε εμάς η ευκαιρία να αξιολογήσουμε και να κατανοήσουμε τον εαυτό μας καλύτερα. Και όσο και να θέλουμε να κάνουμε τη σχέση να δουλέψει, εάν επιλέξουμε να αλλάξουμε μόνο και μόνο για να μη χάσουμε τον σύντροφό μας, αργά ή γρήγορα θα νιώσουμε πως ουσιαστικά θυσιαστήκαμε. Από την άλλη, εάν συνειδητοποιήσουμε πως τα κομμάτια του χαρακτήρα μας που στέκουν εμπόδιο στη σχέση είναι τα ίδια με αυτά που δημιουργούν προβλήματα και σε άλλους τομείς στη ζωή μας, μας προσφέρεται μία μοναδική ευκαιρία να βελτιωθούμε και να ευτυχήσουμε. Σε οποιαδήποτε περίπτωση πάντως, αξίζει να θυμόμαστε πως η ακεραιότητα προς τον εαυτό μας είναι και αυτό που ουσιαστικά μας επιτρέπει να αγαπάμε και να σεβόμαστε τους γύρω μας. Και το να αλλάζουμε αποκλειστικά και μόνο για τους άλλους, το υπονομεύει αυτό.

Βασίλης Αντωνάς
(Εφημερίδα Κηφισιά, 2007)

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2007

ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ



Λίγα πράγματα με έχουν προβληματίσει στην καριέρα μου ως ψυχοθεραπευτής, τόσο όσο η έννοια της αχαριστίας. Πριν μερικές εβδομάδες, ένας από τους πελάτες μου με ρώτησε ευθέως «γιατί ο κόσμος δε δείχνει εκτίμηση σε αυτά που του προσφέρουμε…γιατί είναι αχάριστος;». Με μεγάλη έκπληξη ανακάλυψα πως δεν μπορούσα να του απαντήσω άμεσα, και έτσι αρκεστήκαμε στο να εξερευνήσουμε τη σχέση στην οποία αναφερόταν (το οποίο και ήταν ούτως ή άλλως χρησιμότερο από το να καταφύγουμε στην εδραίωση μιας γενικότερης θεωρίας). Παρόλα αυτά, μετά το τέλος της συνεδρίας, ένας γενικότερος προβληματισμός με κυρίευσε και υπέκυψα στον πειρασμό να αναζητήσω μια ευρύτερη και πιο κοινωνική κατανόηση του φαινόμενου.

Το πρώτο που συνειδητοποίησα, ήταν πως ο όρος αχαριστία χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον στο πλαίσιο κοντινών προσωπικών σχέσεων. Τέτοιες σχέσεις είναι οι οικογενειακές, οι ερωτικές και οι φιλικές. Ως εκ τούτου σπάνια θα ακούσουμε κάποιον στον εργασιακό μας χώρο να κατονομάζει κάποιον συνάδελφο ως «αχάριστο» επειδή δεν επέδειξε ευγνωμοσύνη ή ανταπόδοση για κάποια παροχή…το πιο συνηθισμένο θα ήταν να τον χαρακτηρίσει «ασυνεπή». Αυτό με κάνει να υποθέτω πως αχάριστους θεωρούμε ανθρώπους με τους οποίους είμαστε κοντά, από τους οποίους έχουμε προσδοκίες και τους οποίους εμπιστευόμαστε· συνεπώς, ο πόνος και η οργή που βιώνουμε είναι σχεδόν σαν προδοσία.

Η δεύτερη συνειδητοποίησή μου, η οποία προήλθε κυρίως από την προσωπική και κλινική μου εμπειρία, είναι το πως σπάνια κάποιος παραδέχεται ότι έχει υπάρξει αχάριστος. Μία ανασκόπηση σε διάφορα περιστατικά, μου υπενθύμισε πως ο κατηγορούμενος συνήθως ισχυρίζεται ότι είτε δε ζήτησε ποτέ αυτά που του παρείχε ο κατήγορος (πράγμα που συχνά ακούγεται από τα παιδιά προς τους γονείς), ή δε θεώρησε αυτά που πήρε αρκετά σημαντικά, ή ακόμη και πως αχαριστία επέδειξε ο άλλος (πράγμα πολύ συνηθισμένο στις ερωτικές σχέσεις). Τα παραπάνω με οδηγούν στο συμπέρασμα πως εάν δεν υπάρχει ρητή και γραπτή συμβολαιογραφική πράξη που να ορίζει τις υποχρεώσεις του ενός προς τον άλλον, ο κίνδυνος του να θεωρηθεί κάποιος αχάριστος είναι ουσιαστικά αναπόφευκτος. Και επειδή με τους κοντινούς μας ανθρώπους συμβόλαια δεν κάνουμε, καλό θα είναι που και που όχι μόνο να τους ρωτάμε τι χρειάζονται από εμάς και να ζητάμε αυτά που εμείς χρειαζόμαστε, αλλά και να αναλαμβάνουμε την ευθύνη για όσα οικιοθελώς τους προσφέρουμε.
Βασίλης Αντωνάς (Εφημερίδα Κηφισιά 2007)